Δευτέρα 28 Ιουλίου 2008

ΛΟΓΙΚΗ-ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ: ΣΗΜΕΙΩΣΑΤΕ "1"

«…σε ένα μεγάλο έργο, αποκαλυπτικό είναι κι αυτό που έμεινε μισοτελειωμένο ή άκαρπο, οι ανακολουθίες, το κομμάτι του υλικού που δε στάθηκε δυνατό να τιθασευτεί, τα σημεία εξαιρετικής δυσκολίας, όπου για να συνεχίσει κανείς πρέπει κάτι να χάσει. Είναι αναπόφευκτο, επειδή κάθε έργο, ακόμη και το πιο πολύπλοκο, είναι μια απλούστευση, μια αφαίρεση. Από το χαοτικό άπειρο, γεμάτο με γεγονότα και σχέσεις και μόνο κατά το ήμισυ λογικά συνεπές, που έχει μπροστά του ο συγγραφέας, στην πεπερασμένη φύση του βιβλίου, τα λίγα στοιχεία τα οποία μπορεί να κρατήσει και που πρέπει να τακτοποιήσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο για να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση, ίσα- ίσα μια ψευδαίσθηση, των πραγματικών μεγεθών. Αυτό είναι κατά βάθος το τελειωμένο: μια λογική επίφαση, ένα τέχνασμα. Αλλά στα λάθη, μέσα από τις ρωγμές, μπορεί κανείς να ρίξει μια ματιά στην πραγματική άβυσσο, στο αρχικό όραμα.»
Γκουστάβο Ροδερέρ
Πουέντε Βιέχο, 1992
Το αρχικό όραμα του Γκουστάβο Ροδερέρ είναι να εντοπίσει το ασυνεπές των φιλοσοφικών συστημάτων, γι’ αυτό αφιερώνει τη ζωή του στην αναζήτηση των ρωγμών που υπάρχουν στο έργο του Νίτσε, του Καντ, του Σπινόζα. Ξεπερνώντας τα λάθη των μεγάλων φιλοσόφων, αναζητά τα θεμέλια μιας δικής του συνεπούς φιλοσοφικής θεώρησης μέσα από την οποία θα πετύχει την πρόσβαση στην απόλυτη αλήθεια και θα διατυπώσει τη μια και μοναδική Απάντηση.
Και ίσως να έχει φτάσει ένα βήμα πριν από το τέλος, όταν η Φιλοσοφία έρχεται αντιμέτωπη με τη Λογική. Ένα στοιχειώδες, θεμελιώδες θα λέγαμε τώρα πια, ερώτημα δρα καταλυτικά στην όλη προσπάθεια του:
« Μα αν δεν υπάρχει απάντηση; Αν μπορούσε να αποδειχτεί, για παράδειγμα, πως η λύση βρίσκεται πέρα από τα όρια της ανθρώπινης λογικής; »
Στο μυαλό των πιο μυημένων η παραπάνω ερώτηση αντιστοιχίζεται, κατά κάποιον τρόπο, στα θεωρήματα της μη πληρότητας, που ο Κουρτ Γκέντελ διατύπωσε το 1931 και κατάφερε με αυτά ένα μεγάλο πλήγμα στο χώρο της Λογικής.
Λίγων όμως το μυαλό μπορεί να πάει στο θεώρημα που διατύπωσε ο Σέλντομ, το 1992, και συντάραξε τον κόσμο των μαθηματικών.
«Οι συνέπειες του θεωρήματος του Σέλντομ δεν έχουν ακόμη αποσαφηνιστεί πλήρως, αλλά μπορεί να είναι το τελευταίο καρφί στο φέρετρο της Φιλοσοφίας, γιατί αυτό που αποδεικνύει το θεώρημα είναι, βασικά, η ανεπάρκεια όλων των γνωστών μέχρι σήμερα συστημάτων. Όλων: από τις πιο παλιές κοσμογονίες και τα μεγάλα συστήματα του δέκατου ένατου αιώνα μέχρι τις τελευταίες προσπάθειες του στρουκτουραλισμού και του Κύκλου της Βιέννης.
…Όμως αυτό που είναι καινούριο, αυτό που κάνει το θεώρημα πραγματικά ασυνήθιστο, είναι ότι στην απόδειξη καταφέρνει να συνοψίσει την ακριβή έννοια του φιλοσοφικού συστήματος και, κατόπιν, το κεντρικό συμπέρασμα, κατά τα φαινόμενα, θα μπορούσε να εφαρμοστεί όχι μόνο προς τα πίσω, όπως μέχρι τώρα, για να ακυρώσει τα γνωστά συστήματα, αλλά και προς τα εμπρός, πράγμα που θα κατάστρεφε την πιθανότητα οποιασδήποτε μελλοντικής φιλοσοφικής σκέψης.»

Ο Γκουστάβο Ροδερέρ, όταν στη μέση περίπου της μεγάλης διαδρομής της αναζήτησης, στην οποία έχει τάξει τον εαυτό του, πληροφορείται σχετικά με το θεώρημα του Σέλντομ, φαίνεται αρχικά να κάμπτεται. Η κάμψη του αυτή όμως αποδεικνύεται τελικά στιγμιαία και η μεγαλοψυχία του ανθρώπου που προσφέρει εαυτόν στο βωμό της αλήθειας τον ωθεί να συνεχίσει το έργο του.
Ένα έργο που εκτυλίσσεται στα όρια της ευφυΐας και της παραφροσύνης, στο μυθιστόρημα    
«Σχ
"Σχετικά με τον Ροδερέρ", το πρώτο μυθιστόρημα του Γκιγιέρμο Μαρτίνες, που κυκλοφόρησε στη χώρα μας τον Μάη του 2008, από τις Εκδόσεις Πατάκη, ενώ γράφτηκε το 1992 .
Έτσι, ετεροχρονισμένα, πληροφορούμαστε για την εμβέλεια του θεωρήματος του Σέλντομ, του καθηγητή της Λογικής στο Μέρτον Κόλιτζ της Οξφόρδης, που τον έχουμε ήδη γνωρίσει ως πρωταγωνιστή στην « ακολουθία της Οξφόρδης », το 2004, από τις ίδιες εκδόσεις.
Η πρωτότυπη ιδέα του Μαρτίνες, δώδεκα χρόνια μετά από την συγγραφή του πρώτου του μυθιστορήματος, «Σχετικά με τον Ροδερέρ», στο οποίο παίζει σημαντικό ρόλο το θεώρημα του Σέλντομ, ένα θεώρημα Λογικής με επιπτώσεις στη Φιλοσοφία, είναι να παρουσιάσει τον άνθρωπο-επινοητή του θεωρήματος, τον ίδιο τον Άρθουρ Σέλντομ, γράφοντας το «η ακολουθία της Οξφόρδης», που είναι «ένα αστυνομικό μυθιστόρημα με φαινομενικά κλασική πλοκή, μια ιστορία της οποίας η έκβαση μοιάζει με τρικ αριστοτέχνη ταχυδακτυλουργού», όπως διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο του βιβλίου. Αυτό όμως που δεν τονίζεται -ούτε σε κριτική που έτυχε να διαβάσω πρόσφατα- είναι ο ρόλος που παίζει το θεώρημα του Σέλντομ, σε δεύτερο ίσως πλάνο, και σ΄αυτό επίσης το μυθιστόρημα.
Στην ακολουθία της Οξφόρδης, ο συγγραφέας φαίνεται να εστιάζει «στα γλωσσικά παιγνίδια του Βιττγκενστάιν, στο θεώρημα του Κουρτ Γκέντελ και τις αρχαίες σέκτες των μαθηματικών με την τέχνη των παλιών μάγων», αλλά εκεί που πραγματικά εστιάζει είναι στις επιπτώσεις που έχει σε όλα τα παραπάνω το θεώρημα του Σέλντομ και μάλιστα με αποσαφηνισμένες πλέον τις συνέπειες του, δώδεκα χρόνια μετά την πρώτη του απόδειξη από τον καθηγητή της Λογικής.
Ο Μαρτίνες στην ακολουθία της Οξφόρδης, έχοντας ως όπλα από τη μια το ξυράφι του Όκαμ, που «παίρνει» μαζί του στο ταξίδι του από την Αργεντινή στην Οξφόρδη, αφού το αναφέρει στη δεύτερη κιόλας σελίδα κι ενώ βρίσκεται ακόμη στο αεροπλάνο, και το θεώρημα του Σέλντομ, από την άλλη, καταρρίπτει, όχι κατ’ ανάγκην αβίαστα, ένα προς ένα: τον κύκλο της Βιέννης και τα γλωσσικά παιχνίδια στο πρόσωπο του Φράνκ, την πυθαγόρεια κοσμογονία, την ανάσταση των νεκρών, τη δευτέρα παρουσία κι αφήνει, ίσως, αλώβητο μόνο το θεώρημα της μη πληρότητας και μάλιστα με την ερμηνεία που δίνει σ’ αυτό ο Τάρσκι, δηλαδή πως:
"υπάρχει μια διαφορά ανάμεσα στην αλήθεια και στο κομμάτι της αλήθειας που μπορεί να αποδειχτεί".
Ή όπως το διατυπώνει ο Γκιγιέρμο Μαρτίνες, δια στόματος Ροδερέρ:
«…το χαοτικό άπειρο, γεμάτο με γεγονότα και σχέσεις και μόνο κατά το ήμισυ λογικά συνεπές, που έχει μπροστά του ο συγγραφέας, στην πεπερασμένη φύση του βιβλίου, τα λίγα στοιχεία τα οποία μπορεί να κρατήσει και που πρέπει να τακτοποιήσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο για να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση, ίσα- ίσα μια ψευδαίσθηση, των πραγματικών μεγεθών…»
Κι εγώ καταλήγω στο συμπέρασμα πως από αυτήν, τουλάχιστον, την οπτική η δημιουργία ενός μυθιστορήματος σε τίποτε δε φαίνεται να διαφέρει από την ίδια μας τη ζωή, όπου στα λάθη, μέσα από τις ρωγμές, μπορεί κανείς να ρίξει μια ματιά στην πραγματική άβυσσο, στο αρχικό όραμα...