Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2012

Η φωνή του συγγραφέα


Ακουλουθώντας την προσταγή του συγγραφέα, που -ως σύγχρονη μούσσα- ντυμένος τη νεωτερικότητα μου βάζει τις λέξεις στο στόμα, θα πιάσω το νήμα απ' την αρχή ή μάλλον απ' το σημείο εκείνο που εγώ θεωρώ αρχή, απ' τους παππούδες μου:


Οι παππούδες μου, οι πρόσφυγες από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, συναντήθηκαν εδώ, για να παντρευτούν μεταξύ τους και να γεννήσουν τους γονείς μου, κι αυτοί με τη σειρά τους εμένα..Έτσι κάνουν οι άνθρωποι. Διαγράφουν τις τροχιές τους και γράφουν τις ιστορίες τους. 
Και ο συγγραφέας λέει:
 "Οι τροχιές όλων διασταυρώνονται σε τούτη την ωραία αµφιθεατρική σκηνή µε θέα τη θάλασσα. Έρχονται από άλλους τόπους και, χωρίς να το καταλάβουν, αγαπούν τους δρόµους, αλλάζουν τον καφέ που πίνουν, τις καθηµερινές τους συνήθειες".

Κι ύστερα βγαίνει για λίγο από το βιβλίο του, μπαίνει στο μήνυμά μου και παίζει με τις λέξεις μου.
...και μέσα από την τυχαιότητα του χώρου και του χρόνου δημιουργείται η Κατερίνα...
Τώρα συνέχισε το μυθιστόρημά σου...

Εκεί η φωνή του χάνεται, αλλά εγώ ακούω τον απόηχο να συνεχίζει κάπως έτσι:


...και πες μας τη δική σου ιστορία, χωρίς να νοιάζεσαι μήπως και μπερδευτεί με τις ιστορίες των άλλων, ή μήπως βρεθούν κι άλλοι διάφοροι να την πλασσάρουν για δική τους. Γιατί καμία ιστορία δεν είναι κανενός και κάθε ιστορία είναι όλων μας. Αν το θυμάσαι αυτό, θα πορευτείς στο χώρο και στο χρόνο, στα ανταμώματα και στα χωρίσματα. Εκεί όπου οι λέξεις γεμίζουν τη σιωπή κι εκεί όπου η σιωπή φωλιάζει στο συναίσθημα. Δίχως συναίσθημα μην ξεκινήσεις να πεις τίποτε. Μονάχα η λογική δεν φτάνει, μήτε οι κανόνες, οι μετοχές και τα απαρέμφατα. Οι παράγραφοι κι οι προτροπές ας μένουν.. Και μόλις τώρα παραστράτησα. Κανένας κανόνας δεν λειτουργεί σωστά για τον εαυτό του, καμια ιστορία δεν μπορεί να διηγηθεί την ιστορία της. Αλλά μη σκιάζεσαι, γιατί ό,τι κι αν πεις, "το μόνο αληθινό μέρος της ιστορίας σου θα είναι το μέρος που θα πιστέψει αυτός που θα την ακούσει". όπως λέει και ο Έσσερ. Γι' αυτό, πριν ξεκινήσεις την αφήγηση, σκέψου μήπως δεν βρέθηκε ο άνθρωπος που θα πιστέψει ό,τι θέλεις εσύ, όσα πιστεύεις εσύ απ' τη δική σου ιστορία. 

 
Και η φωνή του πάλι χάνεται. Δηλαδή χάνεται ο απόηχος, γιατί η φωνή έχει σιγάσει από ώρα.
Τώρα κάθομαι μοναχή και σκέφτομαι κι αναρωτιέμαι. Τι μου πρότεινε; Πριν πω την ιστορία μου, να βρω αυτόν που θα την ακούσει με τον τρόπο που θέλω εγώ; Αυτό μου είπε, άραγε; Αλλά αν αυτός ο άνθρωπος δεν υπάρχει; Αν δεν γεννήθηκε ποτέ; Αν οι δικοί του παππούδες, που ήταν κι αυτοί πρόσφυγες σαν τους δικούς μου, δεν τα κατάφεραν να φτάσουν στη Θεσσαλονίκη; Ναι, στη Θεσσαλονίκη, γιατί αυτός είναι ο τόπος μου.  Κι είναι το μόνο σίγουρο σ' αυτήν την ιστορία που τώρα φτιάχνουμε.
Όλα τα υπόλοιπα βουλιάζουν στην αμφιβολία ή σχοινοβατούν στον ψίθυρό μας.
Ο χρόνος, οι ανθρώποι, τα χρώματα, οι αξίες, τα αξιώματα. Κι εμείς οι ίδιοι... Άλλοι το πρωί, άλλοι το ηλιοβασίλεμα κι άλλοι το βράδυ του Σαββάτου, έξω από μια λέσχη ανάγνωσης, που διαλύεται  βιαστικά, αφήνοντας τις ιστορίες ατελείς να αιωρούνται στον αέρα και στην υγρή μελαχγολία της πόλης. Μέσα σ' αυτό το συμπαγές, μόλις ο συγγραφέας απομακρύνεται, ακούγεται η φωνή του, σαν ψίθυρος που βγαίνει από τις σελίδες του βιβλίου του.


«Η βροχή μουσκεύει το χώμα μέσα στο οποίο χωνεύουν ρωμαίοι εκατόνταρχοι, βυζαντινοί ησυχαστές, οθωμανοί δερβίσηδες και σεφαραδίτες Εβραίοι με τον καημό της Καστίλλης».
Κι ύστερα πάλι χάνεται. Και μένει ο απόηχος της πιο ωραίας πρότασης,  αυτής με τους καημούς τους ξενόφερτους και  με τους καημούς που δεν ξέρουν από χώρο και χρόνο, μήτε από φύλο και φυλή. 'Όλοι οι καημοί είναι άφυλοι και άφιλοι. Και τρυπώνουν από δω κι από κει μέχρι να βρουν απάγκιο μέσα σε κάποια ιστορία, γιατί οι ιστορίες αυτό κάνουν, εξυμνούν τους καημούς, τους κάνουν καμβά και υφάδι, τους κάνουν κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δος της κλότσο να κυλήσει, παραμύθι να αρχινίσει.
Αφουγκράζομαι. Καμιά φωνή. Ούτε απόηχος. Σιωπή... Σιωπή, η πιο φλύαρη ιστορία.

Καληνύχτα.
-------------------------------------------------------------------
Πρόκειται για τον μαθηματικό και συγγραφέα Μάκη Καραγιάννη, το βιβλίο του οποίου, "το όνειρο του Οδυσσέα",  συζητήσαμε στη συνάντηση της Λέσχης Ανάγνωσης, χθες βράδυ και έκτοτε η (διαδικτυακή) συζήτηση καλά κρατεί. :)
Οι δύο προτάσεις  στα εισαγωγικά είναι από το βιβλίο του. Και η προτροπή "Τώρα συνέχισε το μυθιστόρημά σου..." προς εμένα, δική του κι αυτή, όλα τα υπόλοιπα τα γέννησε η φαντασία μου :)


 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου