Θα (αντι)γράψω δύο παραγράφους από τη "μυθιστορηματικοδοκιμιακή" νουβέλα του Μίλαν Κούντερα, "Η ΒΡΑΔΥΤΗΤΑ", που κυκλοφόρησε από την Εστία το 1996.
"...ιδού τι μένει από όλη τη ζωή μου: ένα δόντι που κουνιέται και ο πανικός μου μήπως υποχρεωθώ να φορέσω μασέλα. Τίποτα άλλο; Τίποτα απολύτως; Τίποτα."
Σε μια ξαφνική έκλαμψη, όλο το παρελθόν τού παρουσιάζεται όχι πια σαν εξαίσια περιπέτεια, αλλά σαν αμελητέο κομμάτι από ένα συνονθύλευμα συγκεχυμένων γεγονότων που διέσχισαν τον πλανήτη με μια ταχύτητα η οποία δεν επιτρέπει να διακρίνει κανείς το περίγραμμά τους...
Όταν τα πράγματα περνούν υπορβολικά γρήγορα κανένας δεν μπορεί να είναι σίγουρος για τίποτα, για τίποτα απολύτως, ούτε καν για τον εαυτό του.
Όταν έφερα στο μυαλό μου τη νύχτα της μαντάμ Τ., θυμήθηκα την πασίγνωστη εξίσωση σ' ένα από τα πρώτα κεφάλαια στο εγχειρίδιο των υπαρξιακών μαθηματικών:
ο βαθμός της ταχύτητας είναι αντιστρόφως ανάλογος προς την ένταση της λήθης.
Απ' αυτήν την εξίσωση μπορούμε να βγάλουμε διάφορα πορίσματα, λόγου χάρη το εξής: η εποχή μας παραδίδεται στον δαίμονα της ταχύτητας και γι' αυτό ξεχνάει τόσο εύκολα τον εαυτό της. Εγώ λοιπόν προτιμώ να αντιστρέψω αυτόν τον ισχυρισμό και να πω: η εποχή μας έχει κυριευτεί από την επιθυμία για λήθη και παραδίδεται στον δαίμονα της ταχύτητας ακριβώς για να εκπληρώσει αυτήν την επιθυμία' επιτυχύνει το βήμα της επειδή θέλει να καταλάβουμε ότι επιθυμεί να μη την θυμόμαστε πια' έχει βαρεθεί τον εαυτό της' έχει σιχαθεί τον εαυτό της' ότι θέλει να σβήσει τη μικρή, τρεμάμενη φλόγα της μνήμης.
----------------------------------------------------------------------------------------------------
Ποιος είναι ο κύριος που πανικοβάλλεται, επειδή ένα δόντι του κουνιέται δεν έχει σημασία.
Και ποια είναι η μαντάμ Τ., που φέρνει στο μυαλό του ο Κούντερα μπορεί επίσης να μην έχει καμία απολύτως σημασία! Ή, εν πάση περιπτώσει, αν υπάρχει κάποιος που θεωρεί σημαντική μια τέτοια διευκρίνιση δεν έχει παρά να διαβάσει αυτό το ιδιόμορφο αυτοαναφορικό-δοκιμιακό έργο του Κούντερα, που ούτε όταν το πρωτοδιάβασα, τότε που κυκλοφόρησε, ούτε και τώρα που το ξαναδιαβάζω κατάλαβα σε τι βαθμό είναι μυθιστορηματικό! Η αναφορά στη νουβέλα "Χωρίς επαύριο", που γράφτηκε το 1777, όπου η μαντάμ Τ. πρωταγωνιστεί, η παράλληλη εξιστόριση των (ρομαντικών) γεγονότων που βιώνει η μαντάμ, σε σύγκριση με τα τρέχοντα που βιώνει ο Κούντερα, καθιστά δύσκολη την κατάταξη του βιβλίου σε ένα συγκεκριμένο είδος. Όμως όλα αυτά, όπως είπα και πριν, για μένα δεν έχουν καμία ιδιαίτερη σημασία και δεν με απασχολούν σκέψεις όπως: η ρομαντική νουβέλα γράφτηκε πράγματι το 1777 ή επινοήθηκε από τον Κούντερα, επειδή έτσι θα αποκτούσε συνεκτικότητα η "ΒΡΑΔΥΤΗΤΑ" του; Ο κύριος που άφησε να χαλάσει το δόντι του και τώρα τρέμει στην ιδέα της μασέλας είναι, έστω εν μέρει, πραγματικό πρόσωπο ή αποκύημα φαντασίας;
Το κυρίαρχο ερώτημα, για μένα, έχει να κάνει με το μαθηματικό κομμάτι του παραπάνω αποσπάσματος, το οποίο, ούτως ή άλλως, αποτελεί και το κέντρο βάρους όλου του βιβλίου!
Η σχέση ανάμεσα στην ταχύτητα και στη λήθη.. Η παραπάνω "λογοτεχνική" σχέση, θεωρώ πως δεν αποδίδει ορθά το μαθηματικό της ισοδύναμο, αλλά θα κάνω τα στραβά μάτια, για να μην μακρυγορήσω σε μια προσπάθεια απόδοσης νοημάτων και εκ νέου ορισμών του "βαθμού" και της "έντασης". Το σίγουρο είναι πως όσο αυξάνουμε την ταχύτητα, όσο πιο γρήγορα προχωράμε, τόσο ευκολότερα ξεχνάμε, άρα τα μεγέθη είναι ανάλογα. Όσο γρηγορότερα τρέχουμε, τόσο λιγότερο θυμόμαστε και όλο πιο αβέβαιοι πλανιόμαστε ανάμεσα σε βιαστικά γεγονότα που δεν πρόλαβαν να αφήσουν ένα στέρεο αποτύπωμα, ένα ανεξίτηλο σημάδι..ή έστω έναν ορθό μαθηματικό τύπο, γιατί όπως λέει κι ένας καλός μου φίλος:
"Εξίσωση, ως γνωστόν, είναι να επεκτείνεις και ν' ανακαλύπτεις ταυτολογώντας!"
Θεωρώντας σωστό τον παραπάνω ορισμό που δίνει ο καλός μου φίλος για την εξίσωση, επεκτείνομαι και ταυτολογώ εξισώνοντας τη λήθη που εξαπλώνεται με βήμα που γρηγορεύει σε μια εποχή "χωρίς επαύριο", που όμως αγρυπνά γιατί θυμάται τι ξεχνά και τι γυρεύει...
Μεγειά το νέο look! Ταιριάζει και με τη διεύρυνση της θεματικής!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣ' ευχαριστώ πολύ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΔε θα χρησιμοποιούσα ακριβώς όμως τον όρο "διεύρυνση", καθώς η θεματική παραμένει περιορισμένη, προς το παρόν, στα όρια που χάραξε ... ο Penrose!!! :)
Αυτό που τείνει να αλλάξει,ίσως, είναι ο "βαθμός της ταχύτητας", προκειμένου να διευκολύνει τη μνήμη :):)
Καλησπέρα Κατερίνα
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν ξέρω αν η Λήθη στη ζωή μας είναι όντως αντιστρόφως ανάλογη της ταχύτητας,εκείνο που σίγουρα ξέρω είναι πως δεν μπορώ να τοποθετήσω την Βαρκέλώνη στη ...λήθη και να ενσωματώσω την ελληνική πραγματικότητα στη ζωή μου απο τις 11/8 που έχω επιστρέψει.Εχω κολλήσει για τα καλα και με την πόλη και με την Ισπανία και ....δύσκολα θα ξεκολλήσω!Ισως τον Σεπτέμβριο ...με τα σχολία να κάνουμε καινούρια ταξίδια...στους παιδικούς εγκεφάλους και να.. ξεκολλήσω!
Καλό απόγευμα
όχι δεν είναι Αστέριε!
ΑπάντησηΔιαγραφήκαι μάλιστα ο ίδιος ο Κούντερα στη σελίδα 44 του βιβλίου, γράφει το εξής:
στα υπαρξιακά μαθηματικά αυτή η εμπειρία παίρνει τη μορφή δύο στοιχειωδών εξισώσεων: ο βαθμός της βραδύτητας είναι ευθέως ανάλογος με την ένταση της μνήμης, ο βαθμός της ταχύτητας είναι ευθέως ανάλογος με την ένταση της λήθης.
Απλά στο απόσπασμα που αντέγραψα υποθέτω πως έγινε μεταφραστικό λάθος, αφού δε συνάδει ούτε με τα παραδείγματα που αναφέρει, ούτε με το όλο πνεύμα του βιβλίου. Αν βρεις ευκαιρία διάβασέ το.
Όσο για τη Βαρκελώνη, μμμμ, η γοητεία που άσκησε πάνω σου είναι τέτοια που αυξάνει τη βραδύτητα απομάκρυνσής σου χρονικά από τις μέρες τις επίσκεψης!!! Χωρικά βρίσκεσαι ήδη μακριά, τρεις ώρες με το αεροπλάνο! :)
και μια και ανέφερες τα σχολεία να σου ευχηθώ καλή σχολική χρονιά, .. σε λίγο αρχίζει...