Κυριακή 26 Ιουλίου 2009

ΠΕΡΙ ΤΑΥΤΟΛΟΓΙΑΣ

" Ο Μπόρχες κι εγώ

Είναι η ζωή του άλλου, του Μπόρχες, που είναι γιομάτη γεγονότα. Εγώ περπατάω τους δρόμους του Μπουένος Άιρες, σταματώντας δω κι εκεί - ίσως από συνήθεια - για να κοιτάξω μια παλιά καμαρόπορτα ή τη σιδεριά μιας καγκελόπορτας' νέα του Μπόρχες παίρνω από το ταχυδρομείο και το μάτι μου πιάνει το όνομά του ανάμεσα σε μια επιτροπή καθηγητών ή σε κάποιο βιογραφικό λεξικό. Μ' αρέσουν οι κλεψύδρες, οι χάρτες η τυπογραφία του 18ου αιώνα, οι ετυμολογίες, η μυρωδιά του καφέ, και η πρόζα του Στήβενσον' ο άλλος μοιράζεται τούτες τις προτιμήσεις, αλλά κατά τρόπο επιδειχτικό που τις κάνει θεατρινίστικες. Θα ήταν υπερβολή αν έλεγα πως δεν τα πάμε καλά' εγώ ζω, αφήνομαι να ζω, για να μπορεί ο Μπόρχες να υφαίνει παραμύθια και ποιήματα, που είναι η δικαίωσή μου. Δε μου είναι δύσκολο να παραδεχτώ πως τα΄ χει καταφέρει να γράψει κάμποσες αξιόλογες σελίδες, οι σελίδες όμως τούτες δεν μπορούν να με σώσουν, ίσως επειδή ό,τι είναι καλό δεν ανήκει πια σε κανένα - ούτε καν στον άλλον - αλλά ουσιαστικά ανήκει στο λόγο και στην παράδοση. Οπωσδήποτε, είναι γραφτό μου να χαθώ μια για πάντα, και μόνο κάποια στιγμή του εαυτού μου θα επιζήσει στον άλλον. Λίγο λίγο, του παράδωσα τα πάντα, παρ' όλο που έχω αποδείξεις πως έχει μια πεισματική συνήθεια να παραποιεί και να υπερβάλλει. Ο Σπινόζα πίστευε πως κάθε πράμα προσπαθεί να διατηρήσει την υπόστασή του' η πέτρα θέλει να 'ναι πέτρα, και η τίγρη, τίγρη. Θα επιζήσω στον Μπόρχες, όχι στον εαυτό μου (αν πράγματι είμαι κάποιος), αναγνωρίζω όμως τον ευατό μου περισσότερο στο προσεχτικό κούρδισμα της κιθάρας ή στα βιβλία των άλλων παρά στα δικά μου. Εδώ και χρόνια, προσπάθησα να τον ξεφορτωθώ και πέρασα από τους μύθους για τις μακρινές φτωχογειτονιές της πόλης, στα παιχνίδια με το χρόνο και το άπειρο, μα τα παιχνίδια τούτα είναι τώρα μέρος του Μπόρχες και θα αναγκαστώ να βρώ κάτι άλλο. Έτσι λοιπόν, η ζωή μου είναι μια διαρκής φυγή, όπου χάνω τα πάντα, και τα πάντα αφήνονται στη λήθη ή στον άλλον.
Δεν ξέρω ποιος απο τους δυο μας γράφει τούτη τη σελίδα.

ΧΟΡΧΕ-ΛΟΥΪΣ ΜΠΟΡΧΕΣ: ΙΣΤΟΡΙΕΣ 1956"

Όταν πρωτοδιάβασα αυτό το κείμενο του Μπόρχες, εντυπωσιάστηκα από τον τρόπο που ο μεγάλος αυτός συγγραφέας περιγράφει την κατάσταση που προκύπτει από την συνύπαρξη της διάστασης από τον εαυτό του και της ταυτόχρονης ταύτισης του με αυτόν! Πολύ περίεργη κατάσταση που δεν είναι καθόλου εύκολο να περιγραφεί με λίγες λέξεις.
Είχα σκεφτεί, θυμάμαι, πως για να καταφέρει κανείς να δει τα πράγματα με τον τρόπο που τα βλέπει ο Μπόρχες θα πρέπει, ενώ βουτάει στα άδυτα της ύπαρξής του, ταυτόχρονα να απομακρύνεται από τον εαυτό του, με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Δύσκολο να γίνει κανείς δύο και ένα...Δύσκολο αυτό το παιχνίδι, που παίζεται με λέξεις, στις οποίες χωράνε ή προσπαθούν να χωρέσουν όλα, οι μύθοι, ο χρόνος, το άπειρο, ο εαυτός μας ολόκληρος, κι ο άλλος ολόκληρος και το ύφος του και η ανυπαρξία του, μέχρι που κι αυτή ακόμη να γίνει ύπαρξη.
Και το πέρασμα από την ανυπαρξία στην ύπαρξη γίνεται, νομίζω, μέσα σε μια στιγμή ή, μήπως, μέσα σε μια πρόταση:

Κοίτα που η παράγραφος αυτή είναι σαν να γράφτηκε από σένα! 
Είναι το ύφος σου που μέρα τη μέρα υιοθετώ, καθώς χρόνο το χρόνο ... γίνομαι εγώ.

-->

Παρασκευή 24 Ιουλίου 2009

ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ, ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΤΑ ΕΧΕΙ ΓΡΑΨΕΙ ΚΑΝΕΙΣ...

" Ανάμεσα σ΄ένα προσεκτικά διαβασμένο βιβλίο και ένα βιβλίο που δεν έχουμε πιάσει ποτέ στα χέρια μας, και ούτε έχουμε ποτέ ακούσει έστω κάτι γι' αυτό, υπάρχουν πολλά ενδιάμεσα επίπεδα τα οποία αξίζει να μελετήσουμε με μεγάλη επιμέλεια. Είναι, λοιπόν, σημαντικό να παρατηρήσουμε με βάση τα βιβλία που υποτίθεται πως έχουμε διαβάσει, τι ακριβώς εννοούμε με τον όρο ανάγνωση, καθώς αυτός μπορεί τελικά να παραπέμπει σε εντελώς διαφορετικές πρακτικές. Αντίθετα, πολλά από τα βιβλία που φαινομενικά δεν έχουμε διαβάσει μπορεί να ασκούν σημαντική επιρροή πάνω μας, με την απήχηση που έχουν αποκτήσει.
Αυτή η αβεβαιότητα για τα όρια μεταξύ ανάγνωσης και μη ανάγνωσης με ανάγκασε να σκεφτώ πιο γενικά αναφορικά με τους τρόπους με τους οποίους προσεγγίζουμε ένα βιβλίο. Κατά συνέπεια, η έρευνά μου δεν περιορίζεται στη διατύπωση τεχνικών που θα επιτρέψουν ελιγμούς σε δύσκολες περιπτώσεις επικοινωνίας, στοχεύει στην επεξεργασία των συστατικών μιας πραγματικής θεωρίας της ανάγνωσης, μέσα από την ανάλυση αυτών των περιστάσεων, μιας θεωρίας που θα λαμβάνει υπόψη της τα πάντα - χάσματα, κενά, ελλιπείς προσεγγίσεις - όσα αντανακλούν την ασυνέχειά της και βρίσκονται στον αντίποδα της ιδεατής εικόνας η οποία συνήθως προβάλλεται."

Με αυτά τα λόγια ξεκινάει ο Pierre Bayard, καθηγητής Λογοτεχνίας στο παρισινό πανεπιστήμιο Vincennes-Saint-Denis, , την προσπάθειά του να μας πείσει για ποιους λόγους είναι απαραίτητη η ύπαρξη μιας πλήρους θεωρίας ανάγνωσης, που θα καλύπτει αξιοπρεπώς τον καθένα από μας, ο οποίος ενώ δε θέλει να διαβάσει ποτέ κανένα βιβλία, θέλει να έχει πάντα την ευκαίρια να μιλάει για κάθε βιβλίο! Αν λάβουμε υπόψη ότι ο 52χρονος Bayard, εκτός από καθηγητής Λογοτεχνίας είναι συγγραφέας δοκιμίων, αλλά και ψυχαναλυτής θα πρέπει επίσης να λάβουμε υπόψη τον ισχυρισμό του που παρουσιάζει το συλλογικό ψέμα που ενεργοποιείται κάθε φορά που μιλάμε για βιβλία να είναι μια άλλη όψη του ταμπού που βαρύνει τη μη ανάγνωση και στηρίζεται σ΄ένα δίκτυο αγωνιών - το οποίο προέρχεται μάλλον από την παιδική μας ηλικία!
Στο βιβλίο του "ΠΩΣ ΝΑ ΜΙΛΑΜΕ ΓΙΑ ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΔΙΑΒΑΣΕΙ" που
κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ, ο Bayard δεν αρκείται να θεμελιώσει τη θεωρία ανάγνωσης που μας υπόσχεται από την αρχή, προχωράει ακόμη παραπέρα, και με την ιδιότητα του ψυχαναλυτή μας προτείνει συμπεριφορές που βοηθάνε να ξεπερνάμε τη μη ανάγνωση, όπως: το να μη νιώθουμε ντροπή, να επιβάλουμε τις ιδέες μας, να επινοούμε βιβλία, να μιλούμε για τον εαυτό μας!
Μου άρεσε ιδιαίτερα η προτροπή του να επινοούμε βιβλία! Δεν είναι και τόσο πρωτότυπο βέβαια, αφού ο Μπόρχες το έκανε συχνά στα γραπτά του, αναφερόταν δηλαδή είτε σε βιβλία του πραγματικά είτε σε βιβλία που υποτίθεται πως είχε γράψει.
Και πολλοί άλλοι, επηρεασμένοι από τον Μπόρχες ή από δική τους έμπνευση, εμφανίζουν στα βιβλία τους άλλα φανταστικά βιβλία, όπως και ο Κάρλο Φραμπέτι, ο αγαπημένος μου συγγραφέας που στο βιβλίο του " ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΚΟΛΑΣΗ" συνδυάζει σε πλήρη αρμονία τη "βιβλιοθήκη της Βαβέλ" του Μπόρχες με τη "Θεία Κωμωδία" του Δάντη Αλιγκιέρι και -φυσικά- τα Μαθηματικά! Στο βιβλίο Κόλαση, από τις εκδόσεις ΟΠΕΡΑ, ο Φραμπέτι παρουσιάζει την κόλαση με τους ενιά κύκλους της, όπου βρίσκονται οι συγγραφείς, ανάλογα με το αμάρτημά τους. Κάθε αμάρτημα και κύκλος, κάθε κύκλος γεμάτος ράφια, κάθε ράφι γεμάτο βιβλία...Κάθε βιβλίο γεμάτο λέξεις...
Αλλά το τελειότερο όλων, σ' αυτή την κόλαση των βιβλίων, νομίζω, είναι ότι έχει προβλεφτεί χώρος ακόμη και για τα βιβλία που δεν εκδόθηκαν, τα οποία μάλιστα κατά Φραμπέτι διακρίνονται σε τρεις τύπους, όπως γράφει στη σελίδα 81:

"Υπάρχουν κατά βάσιν, τρεις τύποι (ή επίπεδα) ανέκδοτων βιβλίων: τα βιβλία που τα έγραψαν οι συγγραφείς τους αλλά δεν τα εξέδωσαν, τα βιβλία που διανοήθηκαν οι συγγραφείς τους, αλλά δεν τα έγραψαν, τα βιβλία που βίωσαν οι συγγραφείς τους αλλά δεν τα διανοήθηκαν...."

Μετά από όλα αυτά, νομίζω, δε μένει παρά να θεμελιώσουμε κι εμείς, για τους δικούς μας λόγους, μιαν αξιόπιστη θεωρία. Μια θεωρία που θα εξηγεί τη μη συγγραφή βιβλίων, που θα μιλάει, δηλαδή, για τα ανέκδοτα βιβλία. Θα αναζητά πιθανά αίτια της μη συγγραφής τους, θα τα κατηγορηοποιεί ανάλογα με το περιεχόμενο, το ύφος, τη δομή. Θα κάνει τέλος πάντων ότι κάνει μια ανάλογη θεωρία λογοτεχνίας με όλες τις ιδιαιτερότητες της. Αλλά, επειδή τα βιβλία που δεν ευλογήθηκαν από μάτια αναγνώστη, όπως λέει ο Φραμπέτι τα ανέκδοτα, είναι στην πραγματικότητα πάρα πολλά, προτείνω να περιοριστούμε σε ένα μόνο. Προτείνω να βρούμε μια θεωρία, η οποία θα εξηγεί για ποιο λόγο δε γράφτηκε το βιβλίο αυτό, που εμείς έχουμε ήδη διαβάσει! :) :)


Τετάρτη 22 Ιουλίου 2009

Η ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΥ

Από τη μια μεριά, υπάρχει η αναγκαία σήμερα στάση η οποία αντιμετωπίζει την πολυπλοκότητα του πραγματικού με το να αρνείται τα απλοϊκά οράματα, που δεν κάνουν τίποτε άλλο απο το να επιβεβαιώνουν τον τρόπο με τον οποίο έχουμε συνηθίσει να αναπαριστάνουμε τον κόσμο. Αυτό που μας εξυπηρετεί σήμερα είναι ο χάρτης του λαβύρινθου σε όσο το δυνατόν πιο λεπτομερειακή μορφή. Από την άλλη μεριά, υπάρχει η γοητεία του λαβύρινθου αυτού καθεαυτού, το γενονός του να χάνεσαι στο λαβύρινθο και να παρουσιάζεις αυτή την απουσία εξόδου ως την πραγματική φύση του ανθρώπου. Θα θέλαμε, λοιπόν, να εστιάσουμε το κριτικό μας ενδιαφέρον στο διαχωρισμό της μιας στάσης από την άλλη, γνωρίζοντας πάντα ότι δεν μπορούμε να τις διαχωρίσουμε ριζικά. Εκείνος που νομίζει ότι μπορεί να νικήσει τους λαβύρινθους αποφεύγοντας τις δυσκολίες τους μένει απ' έξω...
Είναι η πρόκληση του λαβύρινθου που θέλουμε να διαφυλάξουμε... και να διακρίνουμε από την υποταγή στο λαβύρινθο.

Ίταλο Καλβίνο, 1962
Το παραπάνω απόσπασμα του Ίταλο Καλβίνο, αποτελεί την εισαγωγή στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου "Παράδοξα και Πραγματικότητα: ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΑ ΤΗΣ ΜΙΚΡΟΦΥΣΙΚΗΣ", του Franco Selleri, που κυκλοφορεί απο τις εκδόσεις Σαββάλας, από το 2004 ήδη κι από τότε, υποθέτω, βρίσκεται και στη βιβλιοθήκη μου. Το έχω πιάσει αρκετές φορές, κι άλλες τόσες έχω διαβάσει στο οπισθόφυλλο του πως:
" Ένας τρόπος για να κατανοήσουμε τη φύση της σύγχρονης φυσικής είναι να χρησιμοποιήσουμε ως σημείο εκκίνησης περιγραφές αυτής της επιστήμης που μας παρέχονται από διαφορετικούς επιστημολόγους, όπως οι Popper, Kuhn, Lakatos ή ακόμα και ο Feyerabend. Αυτό το βιβλίο υπογραμμίζει τον αυθαίρετο χαρακτήρα των αντιαιτιακών και των αντιρεαλιστικών επιλογών των θεμελιωτών της σύγχρονης θεωρίας των κβάντα..."!!!
και αμέσως μετά την ανάγνωση του οπισθόφυλλου το ξανάβαζα στη θέση του, κρίνοντας μάλλον πως δεν ήμουν ακόμη έτοιμη για το συγκεκριμένο ανάγνωσμα...
Σήμερα για κάποιους άσχετους λόγους το ξανάπιασα και - για καλή μου τύχη - αυτή τη φορά το άνοιξα κατευθείαν στο πρώτο κεφάλαιο κι εκεί διαπίστωσα πως ο Salleri, για να ξεκινήσει τη συνδιαλλαγή του με τους μεγάλους φυσικούς επιστήμονες και πριν από αυτούς με τους επιστημολόγους που αναφέρονται και στο οπισθόφυλλο, δίνει προβάδισμα στα λόγια ενός μεγάλου λογοτέχνη! Να' τη, λοιπόν, πάλι η Λογοτεχνία να προηγείται της επιστήμης! Προχθές συμπτωματικά διάβασα πως ο Roland Barthes, σε εναρκτήριο μάθημά του, εκεί γύρω στο 1977, ισχυρίστηκε πως "η Λογοτεχνία δουλεύει στα διάκενα της επιστήμης, βρίσκεται πάντα σε καθυστέρηση ή πριν από αυτήν, όμοια με την πέτρα της Μπολόνιας που ακτινοβολεί κατά τη διάρκεια της νύχτας όσα αποθήκευσε κατά τη διάρκεια της μέρας..."!
Τελικά, αφού το λένε τόσοι σοφοί, έτσι ακριβώς θα γίνεται, η Λογοτεχνία, δηλαδή, άλλοτε θα προπορεύεται χαράζοντας τη ρότα κι άλλοτε θα ακολουθεί συμπληρώνοντας όλα εκείνα τα κενά που δημιουργεί η αυστηρότητα των νόμων και των μαθηματικοποιημένων κανονιστικών συμπερασμάτων που προκύπτουν από τις έρευνες, τις μελέτες και τις παρατηρήσεις.
Ευτυχώς που τα αστέρια και η Σελήνη υπάρχουν τόσο για τους επιστήμονες όσο και για τους ποιητές και για τους λογοτέχνες που χτίζουν τους λαβύρινθους και τους διαφυλάττουν.
Όπως και να' χει το σίγουρο είναι ένα: τίποτε δεν υπάρχει έξω από την αμφιβολία, αλλά ακριβώς εκεί υπάρχει και η ουσία...

nobody looks at the moon in the afternoon,
and this is the moment
when it would most require our attention
since its existance is still in doubt
Ιtalo Calvino
Mr. Palomar

Δευτέρα 20 Ιουλίου 2009

ΖΗΤΩ ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΜΥΑΛΟ!

"Νομίζω πως το πρόβλημα του Χρόνου είναι λιγάκι σαν κι αυτό του Απείρου. Επιτρέψτε μου να διηγηθώ ένα επεισόδιο που μου συνέβη. Πριν από λίγο καιρό ένας παλιός συμμαθητής του γιού μου στο δημοτικό που έγινε σπουδαίος αστροφυσικός στο CNRS στο Παρίσι, ήρθε και με συνάντησε και αρχίσαμε να κουβεντιάζουμε Τον ρώτησα για τις έρευνές του και εκείνος μου απάντησε ότι δούλευε πάνω στην έννοια του Πεπερασμένου. "Είναι όλα λάθος, πρέπει να τα κάνουμε όλα από την αρχή."-μου εξομολογήθηκε, παραφράζοντας ένα γνωμικό της Τοσκάνης-, "αν θέλουμε να κατανοήσουμε το σύμπαν μας πρέπει να καταλάβουμε καλά την έννοια του Πεπερασμένου". Μπροστά στην έκπληξή μου εξήγησε ότι το σύμπαν είναι πεπερασμένο. "Απλό, το σύμπαν μας, που έλκει την καταγωγή του από το Μπιγκ Μπανγκ, όπως πλέον έχει ξεκαθαριστεί, εξαπλώνεται και, όσο μεγάλο κι αν μπορούμε να το φανταστούμε, αν εξακολουθεί να εξαπλώνεται έχει μια περίμετρο". Εγώ, ο οποίος λόγω παράδοσης και παιδείας έχω συνηθίσει στην ιδέα ενός σύμπαντος μάλλον άπειρου παρά ενός σύμπαντος πεπερασμένου, έμεινα άναυδος και απάντησα: "Μα αν το σύμπαν είναι πεπερασμένο, τι υπάρχει γύρω του;" Κι εκείνος: "Απλό: το τίποτα". "Και τι είναι το τίποτα;" τον ρώτησα. Κι εκείνος με μεγάλη φυσικότητα: "Είναι η έλλειψη ενέργειας". Εγώ επέμενα: "Μα τότε, η ιδέα του Απείρου;" Κι εκείνος: "Η ιδέα του Απείρου είναι μονάχα προϊόν του ανθρώπινου μυαλού". "

Είναι η τελευταία σελίδα από το βιβλίο "ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΕΓΚΩΜΙΟ", που δεν είναι ούτε ακριβώς βιβλίο ούτε ακριβώς εγκώμιο, όπως εξήγησα στην τελευταία ανάρτηση, πριν λίγες μέρες με αφορμή ... ένα μήλο, που δεν ξέρω τελικά με βεβαιότητα αν θα πρέπει να το περιμένουμε να πέσει ή όχι...
Είναι η τελευταία σελίδα του βιβλίου, που δεν την είχα διαβάσει, πριν κάνω την προηγούμενη ανάρτηση. Προ ολίγου την διάβασα, σε ένα ξεκαθάρισμα ανοιχτών λογαριασμών που είχα με αυτό και μερικά ακόμη βιβλία. Και δε θα έμπαινα στη διαδικασία να κάνω ένα δεύτερο αφιέρωμα στο ολιγοσέλιδο βιβλίο που περιέχει τη μια και μόνο διάλεξη του Tabucchi, αλλά μου φάνηκε πως οι τελευταίες τέσσερις σειρές με τις οποίες κλείνει ο συγγραφέας είναι μια τεράστια ανατροπή(!) στα όσα μέχρι τώρα συζητάμε σ' αυτό το blog, όπου το Άπειρο είναι ένα από τα αγαπημένα θέματα και πολλές φορές σε αναρτήσεις, κυρίως όμως σε σχόλια, εκφράστηκαν απόψεις πως το Άπειρο, που δεν το χωράει ο νους μας είναι το Απόλυτο ή η μη προσεγγίσιμη Αλήθεια ή η γεννέτειρα των παραδόξων ή το θείο...
Ο πλουραλισμός στις διατυπώσεις απαιτείται για να βρίσκει ο καθένας μας αυτό που τον εκφράζει καλύτερα. Μπορούμε να συμπληρώσουμε αφειδώς με ό,τι ακόμη θέλουμε, μόνο που δε θα έχει νόημα πια, αφού ο
Tabucchi, ανατρέποντας τα πάντα, μου έδωσε μιαν άλλη οπτική γράφοντας:

"Για να κλείσουμε αυτή τη συζήτηση που είχα μαζί σας και για την οποία σας ευχαριστώ:
ζήτω λοιπόν το ανθρώπινο μυαλό που κατάφερε να επινοήσει κάτι που δεν υπάρχει στη φύση: την ιδέα του Απείρου."

Τελικά εδώ είναι ο παράδεισος κι η κόλαση εδώ!!! Πες τα Tabucchi!
Ψάχνουμε κι εμείς έξω από μας το Άπειρο και την Αλήθεια και το θείο και το π
αράθειο;
Αφού μες στο κεφάλι μας τα κουβαλάμε όλα αυτά....
Κι αν τύχει να μας πετύχει ένα μήλο στο παραγεμισμένο με το άπειρο κεφάλι, εεε τότε σίγουρα πια έχουμε αστέρι!!!

Παρασκευή 17 Ιουλίου 2009

ΝΑ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΜΕ ΠΟΤΕ ΘΑ ΠΕΣΕΙ ΤΟ ΜΗΛΟ Ή ΜΗΠΩΣ ΟΧΙ;

Οι ερωτήσεις που μου θέτει ο καλός μου φίλος ΔΧ τον τελευταίο καιρό αποτελούν ένα είδος "every day dialectic" που έχει γίνει ένα γοητευτικό νοητικό παιχνίδι, επηρεασμένο κι από τα διάφορα αναγνώσματα. Μάλλον, για να είμαι πιο ειλικρινής, θα πρέπει να το διατυπώσω αντιστρόφως: η αναζήτηση απαντήσεων στις ερωτήσεις που θέτει ο καλός μου φίλος ΔΧ είναι που επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την επιλογή των αναγνωσμάτων, αλλά συνήθως είναι η τύχη που αποφασίζει πότε και πού θα βρεθεί μια ικανοποιητική απάντηση από το σύνολο όλων των απαντήσεων που θα μπορούσαν αξιοπρεπώς να σταθούν απέναντι σε ένα συγκεκριμένο ερώτημα. Μερικές φορές δεν υπάρχει καν απάντηση, υπάρχουν μόνο διάφορα άλλα τερτίπια που μοιάζουν με απαντήσεις κι εμφανίζονται μέσα στις σελίδες ενός βιβλίου φαινομενικά άσχετου και ίσως ίσως κι αδιάφορου. Όπως ας πούμε για την ερώτηση: "να περιμένουμε πότε θα πέσει το μήλο ή να κάνουμε κάτι κι εμείς;" η απάντηση εμφανίστηκε στη σελίδα 16 του βιβλίου "ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΕΓΚΩΜΙΟ", του Antonio Tabucchi, που δεν είναι ακριβώς βιβλίο, επειδή είναι μια μόνο διάλεξη που έδωσε ο συγγραφέας στο ΙΤΑΛΙΚΟ ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΑΘΗΝΩΝ, πέρυσι τον Μάη, και δεν είναι ακριβώς εγκώμιο, αφού στο πρώτο μέρος τουλάχιστον είναι ένας λίβελος που απευθύνεται στους εχθρούς της μοντέρνας λογοτεχνίας και μόνο από τη μέση και μετά θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εγκώμιο. Άρα είναι ημιεγκώμιο ή ημιλίβελος, εξαρτάται από το πως βλέπει κανείς τα πράγματα. Αλλά θα γράψω το απόσπασμα που κολλάει πολύ με το μήλο της ερώτησης που έχω να απαντήσω και θα αφήσω τα σχόλια για σας.

Η λογοτεχνία όπως και η επιστήμη, είναι προφανώς δημιουργική, με την έννοια ότι παράγει κάτι που πριν δεν υπήρχε, δηλαδή επινοεί. Αλλά, όπως και η επιστήμη, δεν περιορίζεται σε αυτό, που είναι ήδη εξαιρετικό: η λογοτεχνία ανακαλύπτει. Με την έννοια ότι ανακαλύπτει κάτι που υπήρχε ήδη αλλά εμείς δεν το γνωρίζαμε. Για παράδειγμα, ο Νεύτων δεν "επινόησε" το νόμο της βαρύτητας: απλώς τον ανακάλυψε. Και , με έναν μαθηματικό τύπο, τον μετέτρεψε σε λογική γνώση. Η περίφημη ιστοριούλα του μήλου που πέφτει στο κεφάλι του, δεν ήταν παρά το ανέκδοτο με το οποίο απεικονίστηκε η σημασία της διαίσθησης, δηλαδή της προ-λογικής γνώσης. Είναι φανερό ότι το μήλο θα συνέχιζε να πέφτει αιωνίως και χωρίς τον Νεύτωνα, μόνο που εκείνος διαισθάνθηκε το γιατί της πτώσης και το εξήγησε με έναν επιστημονικό τύπο. Έτσι όπως είναι φανερό ότι εκείνα τα άτομα που δεν ερωτεύονται ένα άλλο άτομο αλλά μόνο την ιδέα του έρωτα, αποτελούν μια ανθρώπινη κατηγορία που υπάρχει από πάντα. Σήμερα όμως αυτή την υπόγεια "σύγχιση" ανάμεσα στο αντικείμενο και στην ιδέα του, την ονομάζουμε μποβαρισμό. Ο μποβαρισμός υπήρχε πριν από την Έμμα Μποβαρύ: η μεγαλοφυΐα του Flaubert συνίσταται στο ότι τη μετέτρεψε σε λογοτεχνία. Ο Flaubert δεν επινόησε τον μποβαρισμό, απλώς τον ανακάλυψε. Η λογοτεχνία είναι χρήσιμη και σε αυτό.

Επιγραμματικά κι ανακεφαλαιώνοντας να πω πως τόσο η βαρύτητα όσο και ο μποβαρισμός ανακαλύφτηκαν (και δεν επινοήθηκαν) η πρώτη μέσω της επιστήμης ο δεύτερος μέσω της λογοτεχνίας.

Τώρα για το αν θα περιμένουμε πότε θα πέσει το μήλο ή αν θα βάλλουμε το κεφάλι μας από κάτω κουνώντας συνάμα τα κλαδιά ... νομίζω ότι έχει να κάνει με το πόσο μποβαριστές είμαστε!!! Άσχετο και προφανώς αστειεύομαι, αλλά υπάρχουν ερωτήσεις που δεν έχουν απάντηση ή που και το ΝΑΙ και το ΟΧΙ μπορούν αν αποδειχτούν εξίσου σωστά...
Εν πάση περιπτώσει, ευτυχώς τελικά που υπάρχει και η λογοτεχνία για να συμπληρώνει τα κενά και τα ελλείμματα, αφού όπως λέει κάπου στη διάλεξή του και ο Tabucchi: " λογοτεχνία ουσιαστικά είναι μια οπτική του κόσμου διαφορετική από αυτήν που επιβάλλει η κυρίαρχη σκέψη [ ... ] και ένα χρέος της λογοτεχνίας είναι κι αυτό: να χώνει τη μύτη της εκεί που αρχίζουν οι αποσιωπήσεις..."

Δευτέρα 6 Ιουλίου 2009

ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΠΕΡΑΣΜΕΝΟ

Με αφορμή το ψάξιμο, για κάποια συγκεκριμένα θέματα, που κάνω αυτές τις μέρες, ξεφύλλισα και το αγαπημένο μου δίτομο του Howard Eves, "ΜΕΓΑΛΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ" και φυσικά σταμάτησα πάνω στη διάλεξη 34, που πραγματεύεται ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα θέματα, το άπειρο. Άκομη και στο άκουσμα του γίνεται αρκετά τρομακτικό, γι' αυτό συχνά αντί για "άπειρο" λέμε "μη πεπερασμένο" ή, όπως ο τίτλος που χρησιμοποιεί ο Eves, "πέρα από το πεπερασμένο", που, λόγω του "πέρα" έχει και την αίσθηση μιας κίνησης, μάλλον αέναης, σα μια προσπάθεια προσέγγισης του άγνωστου ή σα μια προσπάθεια υπέρβασης του φόβου που γεννάει το άγνωστο. Αυτή όλη η προσπάθεια φαίνεται και στην ιστορία του απείρου, όπως αρκετά αναλυτικά παρουσιάζει ο συγγραφέας κι όπως "επιγραμματικά" θα πω εγώ, τώρα, επιλέγοντας κάποια μόνο αποσπάσματα.

"Οι μαθηματικοί και οι φιλόσοφοι παλεύουν με τις έννοιες του απείρου και των απειροσυνόλων από τις μέρες των αρχαίων Ελλήνων, και τα παράδοξα του Ζήνωνα είναι μία από τις πρώτες ενδείξεις για τις δυσκολίες που αντιμετωπίστηκαν Μερικοί Έλληνες, ανάμεσά τους ο Αριστοτέλης και ο Πρόκλος, αποδέχτηκαν το γεγονός ότι ένα σύνολο μπορεί να γίνει απεριόριστα μεγάλο, αλλά αρνήθηκαν την ύπαρξη ενός ολοκληρωμένου απειροσυνόλου. Κατά τον Μεσαίωνα, οι φιλόσοφοι συζητούσαν πάνω στο θέμα υποστηρίζοντας άλλοι το εν δυνάμει κι άλλοι το εν ενεργεία άπειρο. Παρατηρήθηκε δε πως η σύγκριση ορισμένων απειροσυνόλων οδηγεί σε παράδοξα. [...]. Ο Γαλιλαίος συνάντησε δυσκολίες στη μελέτη των απειροσυνόλων και υποστήριξε ότι η ύπαρξη εν ενεργεία απείρων πρέπει να απορριφθεί. Στο έργο του Two New Sciences, το 1638, παρατήρησε ότι τα σημεία δύο άνισων ευθύγραμμων τμημάτων μπορούν να τεθούν σε ένα προς ένα αντιστοιχία, με απλή προβολή το ενός τμήματος πάνω στο άλλο, κι έτσι ίσως τα δυο τμήματα περιέχουν τον ίδιο αριθμό σημείων, μόλο που το ένα τμήμα είναι μεγαλύτερο από το άλλο. Παρατήρησε επίσης ότι οι θετικοί ακέραιοι μπορούν να τεθούν σε ένα προς ένα αντιστοιχία με τα τετράγωνά τους, αντιστοιχίζοντας κάθε θετικό ακέραιο με το τετράγωνό του, παρόλο που οι πρώτοι είναι περισσότεροι στο πλήθος από ότι οι δεύτεροι. Αυτά τα ανησυχητικά παράδοξα εμφανίζονται μόνο αν κάποιος δεχτεί την ύπαρξη εν ενεργεία απειροσυνόλων. [...]
Για να αποφύγουν τα παράδοξα, λοιπόν, πολλοί μαθηματικοί μεταξύ των οποίων και ο πρίγκιπας των Μαθηματικών Καρλ Φρίντριχ Γκάους, απέρριπταν την ιδέα του ολοκληρωμένου απειροσυνόλου. Σε μια επιστολή του δε προς τον Σουμάχερ, 12 Ιουλίου 1831, ο Γκάους έγραψε: "Διαμαρτύρομαιγια τη χρήση μιας άπειρης ποσότητας ως πραγματικής. Αυτό στα μαθηματικά δεν επιτρέπεται ποτέ. Το άπειρο είναι μόνο ένας τρόπος του λέγειν κατά τον οποίο μπορεί κανείς να μιλάει για τα όρια στα οποία ορισμένοι λόγοι μπορούν να πλησιάζουν όσο κοντά θέλουμε, ενώ άλλοι μπορούν να αυξάνονται απεριόριστα". Ο Κωσύ, όπως και πολλοί άλλοι αρνήθηκε επίσης την ύπαρξη εν ενεργεία άπειρων συνόλων, στηριζόμενος στην παράδοξη βάση ότι ένα τέτοιο σύνολο μπορεί να τεθεί σε ένα προς ένα αντιστοιχία του με ένα γνήσιο υποσύνολό του.".

...κι έτσι, αρνούμενοι να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα, απέφευγαν το άπειρο, σα να έκρυβαν επισταμένως τα προβλήματα πίσω από το δάχτυλο... Μα τα προβλήματα ήταν εκεί και συσσωρεύονταν...Κι όταν οι μαθηματικοί χρειάστηκε τελικά να επαναδιατυπώσουν την Ανάλυση, αφαιρώντας τις αυθαίρετες γεωμετρικές έννοιες που βοηθούσαν μεν, με μεγάλη δόση ασάφειας δε, τους υπολογισμούς των μεταβολών, τότε και μόνο τότε το άπειρο, με ένα σαρδόνιο γέλιο, ξεπρόβαλε από παντού! Αλλά όπως για κάθε δράκο, σε κάθε παραμύθι, υπάρχει κι ένας ήρωας, έτσι και στο παραμύθι του απείρου, ένας Τσέχος καθολικός ιερέας*, ο Μπολζάνο, περισσότερο φιλόσοφος και λιγότερο μαθηματικός, όρθωσε ηρωικό παράστημα μπρος στο τερατόμορφο άπειρο που ανάβλυζε παράδοξα και τρόμαζε τους πάντες.

Μπέρναρ Μπολζάνο, (Bernhard Bolzano, 1781-1848), στο έργο του Paradoxes of the Infinite, που δημοσιεύτηκε το 1851, τρία χρόνια δηλαδή μετά τον θάνατό του, ήταν ο πρώτος που έκανε θετικά βήματα προς την παραδοχή του απείρου. Ο Μπολζάνο είπε πως το γεγονός ότι ένα άπειρο σύνολο μπορεί να τεθεί σε "ένα προς ένα" αντιστοιχία με ένα γνήσιο υποσύνολό του πρέπει απλά να γίνει αποδεκτό ως γεγονός. "

Το έργο του είναι μάλλον φιλοσοφικό παρά μαθηματικό, αλλά το αποτέλεσμα μετράει, κι ο Μπολζάνο (για τον οποίον παιδιόθεν τρέφω έναν έρωτα, όχι γι' αυτόν, αφού ούτε ως μαθήτρια, αλλά δυστυχώς ούτε και ως φοιτήτρια είχα μάθει κάτι για την λαμπρή του προσωπικότητα, κι έτσι τον έρωτα τον έτρεφα για το θεώρημα που φέρει το όνομά του και είναι στην ύλη της Γ' Λυκείου, με πανέμορφες ασκήσεις...)κατάφερε να σκοτώσει τον δράκο και να ανοίξει τον δρόμο για τον Κάντορ που μαθηματικοποίησε το άπειρο! Ίσως μάλιστα επειδή το έργο του είναι φιλοσοφικό μοιάζει και με τις (παραδοχές/αξιώματα) προτάσεις με τις οποίες αρχίζει ο Ludwig Wittgenstein το Tractatus Logico Philosophicus.
1 Ο κόσμος είναι όλα όσα συμβαίνουν
1.1 Ο κόσμος είναι η ολότητα των γεγονότων, όχι των πραγμάτων


Με μιαν απλή παραδοχή ενός γεγονότος, ο Μπολζάνο χαράζει το δρόμο για ένα ταξίδι σε έναν καινούριο κόσμο. Όμως κάθε επικό ταξίδι, απαιτεί και μια θυσία! Έτσι έρχεται στη συνέχεια ο Κάντορ να θέσει εαυτόν εις τον βωμόν, καταθέτοντας όλην την πνευματική του υπόσταση και θυσιάζοντας τα λογικά του (!) στην ενατένιση πέρα από το πεπερασμένο. Ο Γκέοργκ Κάντορ κοίταξε βαθιά μέσα στο άπειρο κι αυτό που αντίκρισε τον έκανε να αναφωνήσει: "το βλέπω, αλλά δεν το πιστεύω!"

Είναι σχετικά εύκολο για μας εκ των υστέρων να το βλέπουμε και να το...πιστεύουμε! Αφού υπάρχει και η απόδειξη! Πώς να αμφισβητήσει κανείς μια μαθηματική απόδειξη?!
Ναι, εγώ προσωπικά, το πιστεύω αυτό που είδε ο Κάντορ, και που δεν το πίστεψε αρχικά, πως, δηλαδή, όσα σημεία υπάρχουν σε ένα ευθύγραμμο τμήμα μήκους ενός εκατοστού, τόσα υπάρχουν και σε ένα τετράγωνο πλευράς ενός εκατοστού επίσης. Άρα είναι πράγματι αναμφισβήτητη η "ένα προς ένα" αντιστοίχιση στοιχείων από δυο σύνολα με (διαισθητικά! ) διαφορετικό πληθάριθμο! Και η πρώτη έκπληξη ξεπερνιέται αρκεί να θυμάται κανείς πως οι αισθήσεις μας και η διαίσθησή μας κατά συνέπεια, συχνά μας ξεγελούν, ειδικά δε μπροστά στα άπειρα, πεπερασμένες ούσες οι ίδιες, τι μπορούν να κάνουν?
Όμως μου φαίνεται περισσότερο μυστήριο κι από αυτό που είδε ο Κάντορ, αλλά κι από το ξεγέλασμα των αισθήσεων μας το γεγονός αυτό:

τι μπορεί να εγκυμονεί μια απλή παραδοχή ενός απλού γεγονότος?!
κάτι σαν το "ο γέγονε, γέγονε", τόσο απλά... Και μετά...

*Θα πρέπει να αναφέρω πως ο Μπολζάνο καθαιρέθηκε, όχι για τις μελέτες του γύρω από το άπειρο φυσικά, αλλά για κοινωνικοπολιτικές θεωρίες που είχε αναπτύξει σύμφωνα με τις οποίες θεωρούσε αξιοτιμώρητον όποιον διέθετε περιουσία που δεν είχε αποκτήσει με την εργασία του... (Να υπενθυμίσω πως ήταν καθολικός ιερέας?)