Η σχέση Επιστήμης και Λογοτεχνίας είναι μια σχέση που έχει εκτενώς μελετηθεί και από θεωρητικούς της Λογοτεχνίας, αλλά και από θεωρητικούς της Επιστήμης.
Ένας θεωρητικός της Επιστήμης είναι ο αγαπημένος Adrew Crumey, που σπούδασε μεν Θεωρητική Φυσική, αλλά τελικά έγινε συγγραφέας και, επί πλέον, διδάσκει δημιουργική γραφή. Στη βιβλιοθήκη μου υπάρχουν όλα τα βιβλία του, που έχουν κυκλοφορήσει στα Ελληνικά, μερικά από τα οποία έχω διαβάσει περισσότερες από μία φορές. Οι αφηγηματικές του τεχνικές έχουν αποτελέσει για μένα αντικείμενο θαυμασμού, μελέτης και αναζήτησης νέων τρόπων σκέψης και ανάλυσης της πραγματικότητας, καθώς και της μη-πραγματικότητας που είναι κατά κάποιον τρόπο μια διευρυμένη πραγματικότητα, δηλαδή είναι όλα όσα αντιλαμβανόμαστε ως πραγματικά, εμπλουτισμένα με όλα τα δυνατά ενδεχόμενα και τις εν δυνάμει εξελίξεις, αυτές που δεν αντιλαμβανόμαστε άμεσα, αλλά που κάθε μία υπάρχει, αν και μόνο αν εμείς σκεφτούμε (ή -ακόμη πιο οριστικά- αν εμείς αποφασίσουμε) ότι υπάρχει.
Διαβάζοντας τη Λογοτεχνία του φανταστικού του Crumey κατάφερα να δω σε βάθος μια πραγματικότητα, που υπό το πρίσμα της περιορισμένης και προβλέψιμης φαντασίας μου, της φαντασίας δηλαδή που διαθέτει ένας κοινός νους, αδυνατούσα να προσεγγίσω. Η έννοια του χώρου και του χρόνου στις ιστορίες ενός συγγραφέα που έχει σπουδάσει Θεωρητική Φυσική, αντλούν από τις σύγχρονες επιστημονικές θεωρίες υλικό ικανό να κατασκευάσουν λογοτεχνικούς κόσμους που ξεπερνούν κι αυτά ακόμη τα όρια της Λογοτεχνίας, όπου - κατά κοινή ομολογία - όλα είναι εφικτά και όλα κατασκευάσιμα, με τους όρους που θέτει ο κάθε συγγραφέας. Ο Crumey που προέρχεται από τη Θεωρητική Φυσική χρησιμοποιεί εμφατικά τους αντικατοπτρισμούς ενός συνεχούς χωροχρονικού σύμπαντος, σμιλεύοντας τους ήρωες του με ύπαρξη και μη ύπαρξη ταυτόχρονα.
Ενώ, ένας άλλος αγαπημένος, ο Antonio Tabucchi που πρoέρχεται από το χώρο της καθαρής Λογοτεχνίας, χωρίς ίσως να αντλεί από τις σύγχρονες θεωρίες της Φυσικής, στήνει τα δικά του μυστηριώδη παιχνίδια, επηρεασμένος από τον Fernando António Nogueira de Seabra Pessôa.
Του Tabucchi βιβλία δεν έχω πολλά στη βιβλιοθήκη μου και σίγουρα μου λείπει ένα από τα σημαντικότερα, το παιχνίδι της αντιστροφής, αλλά αυτά που διάβασα με έχουν επηρεάσει, όσο ίσως και του Crumey, και έχουν καταφέρει να διαμορφώσουν όχι μόνο τη σκέψη μου, αλλά και τα όνειρά μου, όπως έχω γράψει παλιότερα (εδώ).
Διαβάζοντας τον Tabucchi και συγκεκριμένα το Εγκώμιο της Λογοτεχνίας, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Άγρα το 2009 και περιέχει τη διάλεξη που έδωσε ο συγγραφέας στις 30 Μαρτίου του 2008 στο Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο Αθηνών, βρήκα εκείνο το θεωρητικό υπόβαθρο που μου έλειπε για να τεκμηριώσω την άποψη πως οι Επιστήμες και η Λογοτεχνία είναι...οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος!
Βέβαια, από τις Επιστήμες, εγώ λόγω ειδικότητας επιλέγω τα Μαθηματικά (που ούτως ή άλλως είναι...η κορωνίς των Επιστημών :)) και διατείνομαι πως τα Μαθηματικά ενυπάρχουν στη Λογοτεχνία και αντιστρόφως.
Διατείνομαι πως δεν μπορεί κάποιος να βιώσει την κρυφή γοητεία των Μαθηματικών αν δεν τα προσεγγίσει μέσα από μια λογοτεχνική ενατένιση! Από την άλλη δεν μπορεί να αφεθεί στην περιπλάνηση των αφηγηματικών τεχνικών ενός λογοτεχνικού κειμένου, δεν μπορεί δηλαδή να αντλήσει τη μέγιστη δυνατή απόλαυση, όταν διαβάζει ένα λογοτεχνικό κείμενο, δίχως να αξιοποιεί τον καθαρά μαθηματικό τρόπο σκέψης, αυτόν της στοιχειώδους λογικής που χτίζεται πάνω σε βασικές συνεπαγωγές και διαπλάθει τις σχέσεις αιτίου-αποτελέσματος.
Το δεύτερο μέρος του ισχυρισμού μου γίνεται ευκολότερα κατανοητό (έως και αποδεκτό) αν λάβουμε υπόψη τη θέση που διατυπώνει ο Tabucchi για τη λειτουργία της Λογοτεχνίας. Ο Tabucchi πιστεύει πως η λειτουργία της Λογοτεχνίας δεν περιορίζεται απλώς στην παρηγοριά που μας παρέχει, αλλά η απώτερη λειτουργία της είναι να προκαλεί ερωτήματα και να ξυπνά τις συνειδήσεις μας.
Και σ' αυτό το σημείο εγώ θέτω το ερώτημα: πόσο εναργής και δραστήρια μπορεί να είναι μια συνείδηση, όταν αυτοπεριορίζεται είτε σε έναν κόσμο απελπιστικά πραγματικό είτε σε έναν κόσμο παντελώς μη μαθηματικό;
Δεν θα επιχειρήσω να το απαντήσω, ούτως ή άλλως ρητορικά το έθεσα και η άποψή μου είναι προφανής.
Αντί αυτής της ρητορικής ερώτησης όμως, θα απαντήσω σε μια άλλη που υπάρχει στο Εγκώμιο της Λογοτεχνίας και τη θέτει ο δημοσιογράφος στον Tabucchi.
-Κατά τη γνώμη σας, ένας συγγραφέας γράφει για τον εαυτό του ή για τους άλλους;
-[...] Πιστεύω ότι ουσιαστικά γράφουμε πάντα για τον ευατό μας. Οι άλλοι έρχονται μετά, ο αναγνώστης είναι μια αφηρημένη ιδέα, ίσως ένας καθρέφτης. Αν στη συνέχεια είναι όμοιος με εμάς, ακόμη καλύτερα: νιώθουμε λιγότερο μόνοι. [...]
Ο αναγνώστης είναι ένας καθρέφτης! Ή ένα είδωλο μέσα σε έναν καθρέφτη.
Στη δική μου, διευρυμένη κρουμεϊκή πραγματικότητα, που καθιστά ισοπίθανα τα πιο απίθανα ενδεχόμενα, και κάνει την πραγματικότητα αντανάκλαση μιας άπειρης μη-πραγματικότητας, ο καθρέφτης δεν είναι ένας κοινός επίπεδος καθρέφτης.
Ο καθρέφτης μου είναι ένα ελλειπτικό κάτοπτρο! Μεγάλο και πράσινο. Θυμίζει θάλασσα.
https://www.mathopenref.com/ellipseoptics.html |
Και η βάση κάτω από τούτη την ουτοπική προσομοίωση, είναι η μαθηματική φαντασίωση.
Επειδή τα Μαθηματικά και η Λογοτεχνία αντλούν από την ίδια μοναχική, ανθρώπινη και αναξάντλητη ουσία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου