Δευτέρα 10 Αυγούστου 2009

Η ΕΠΙΝΟΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΝΟΗΣΗΣ

"...Κουβαλούσε πάντα ένα βιβλίο στην εσωτερική τσέπη του σακακιού του. Μια φορά που τον ρώτησα μου απάντησε πως δε φεύγει ποτέ απ' το σπίτι του χωρίς βιβλίο.
"Δεν μπορώ, αν δεν έχω κάτι να διαβάσω"
Επίσης, είχε πάντα μαζί του ένα φαγωμένο μολύβι. Πολλές φορές άφηνε ξαφνικά τη σκούπα και το καροτσάκι, έβγαζε το βιβλίο κι άρχιζε να γράφει στις πρώτες λευκές σελίδες.
"Ή έμπνευση έρχεται εκεί που δεν το περιμένεις", έλεγε κι έγραφε ακουμπώντας το βιβλίο στο γόνατό του, καθισμένος οκλαδόν.
"Γιατί δεν κρατάς καλύτερα μια κόλλα χαρτί, να μην καταστρέφεις όλα αυτά τα βιβλία;" τον ρώτησα εγώ.
"Τα βιβλία είναι για να φθείρονται. Εκτός αυτού, οι λέξεις μου φαίνονται πιο ωραίες εδώ, πλάι στα λόγια των μεγάλων συγγραφέων."
Πού να τον λογικέψεις. Εκεί αυτός, συνέχιζε να μουντζουρώνει τα βιβλία με σημειώσεις μελλοντικών ποιημάτων. Αν καμιά μέρα γίνει διάσημος, θ' αξίζουν το βάρος τους σε χρυσάφι-σας το λέω εγώ.
Όμως, πολλή φαντασία και καμιά ανταμοιβή. Είναι η μοίρα των καλλιτεχνών. Έστειλε τα ποιήματά του σ' όσους εκδοτικούς οίκους γνώριζε, κι όλοι του απάντησαν με μια αρνητική επιστολή. Και ξέρετε, η επιστολή δεν είναι καλό σημάδι. Αν τους ενδιαφέρεις, σου τηλεφωνούν. Την επιστολή την έχουν για όσους ξεμένουν στα μισά του δρόμου.
"Το ξέρεις ότι ο Βαν Γκογκ πούλησε μόνο έναν πίνακα εν ζωή;" του είπα μια φορά για να τον ενθαρρύνω. Εκείνος όμως το πήρε πολύ πιο σοβαρά, απ' ό,τι φανταζόμουν, και βάλθηκε την ίδια κιόλας μέρα να σχεδιάζει τον θάνατό του.
"Αφού λοιπόν θέλουμε έναν νεκρό, θα πεθάνω. Εννοείται όχι στ' αλήθεια, θα προσποιηθώ, κι όλα εντάξει. Τα πράγματα δεν είναι πάντα με το μέρος μας. Τι κάνουμε τότε; Σταυρώνουμε τα χέρια ή τ' αλλάζουμε; Εγώ λέω ότι, έτσι κι αλλιώς, δεν έχουμε τίποτε να χάσουμε, οπότε καλύτερα να τα αλλάξουμε όπως μας βολεύει."
Περίεργος συλλογισμός είναι αλήθεια. Και συνέχισε:
"Αλλά δεν αρκεί απλώς να πεθάνω. Ο θάνατος ενός φοιτητάκου που τα καλοκαίρια σκουπίζει το αεροδρόμιο δεν θα πουλούσε και τόσο. Χρειάζομαι ένα εντυπωσιακό όνομα και μια πιασάρικη ιστορία."
Έτσι γεννήθηκε ο Χούσι Λατβάλα, ο καταραμένος ποιητής του Ελσίνκι, ο οποίος - προσέξτε σύμπτωση-, πέθανε σ' αυτό εδώ το αεροδρόμιο.
Βλέπετε πώς δένουν όλα;"

Είναι ένα μικρό απόσπασμα από μια ιστορία του Σαλβαδόρ Φουενσάντα, που λίγο πριν τη σύνταξή του, ενώ καθαρίζει τους διαδρόμους του αεροδρομίου της Μαδρίτης, αφηγείται ιστορίες σε ανυποψίαστους ταξιδιώτες, οποίοι περιμένουν την πτήση τους.
19 τέτοιες ιστορίες συν μία για τον επίλογο, μπλέκονται μεταξύ τους κι απαρτίζουν το βιβλίο του Αλμπέρτο Τόρες Μπλαντίνα, με τίτλο: "Η ΛΕΣΧΗ ΤΩΝ ΑΝΟΜΟΛΟΓΗΤΩΝ ΠΟΘΩΝ", που κυκλοφορεί από τις (αγαπημένες μου) εκδόσεις opera. Ο Μπλαντίνα, μόλις 33 χρόνων, συγγραφέας, μουσικός, σεναριογράφος, δημοσιογράφος και καθηγητής ισπανικής γλώσσας και λογοτεχνίας, κέρδισε το 2007 με τη Λέσχη των ανομολόγητων πόθων το πρώτο βραβείο στον λογοτεχνικό διαγωνισμό ΟΙ ΔΥΟ ΟΧΘΕΣ που διοργανώνεται στην Ισπανία.


Διαβάζοντας όλα τα παραπάνω σχετικά με αυτό το βιβλίο - που μου άρεσε πολύ - και τον συγγραφέα του, κυρίως όμως για τον διαγωνισμό "ΟΙ ΔΥΟ ΟΧΘΕΣ", άρχισα να κάνω διάφορους συνειρμούς, που με κρατάνε στην ίδια σελίδα για κάμποση ώρα και ανεξέλεγκτα διαμορφώνουν σκέψεις και εικόνες μπροστά στα μάτια μου. (διαβάζω υπερβολικά αργά, ειδικά αν μου αρέσει το βιβλίο). Οι ιστορίες του Φουενσάντα, ολοκληρώνονταν ή έμεναν ημιτελείς να περιμένουν την επανεμφάνιση του ταξιδιώτη, κάτι που γίνεται-σχεδόν-πάντα, γιατί και οι ταξιδιώτες, όπως ακριβώς και οι ιστορίες, έρχονται, παρέρχονται και ξαναέρχονται, περιμένοντας την ολοκλήρωση.
Σκεφτόμουν, λοιπόν, τις "δύο όχθες", τη μορφολογία τους, τη σημειολογία τους, την μεταξύ τους απόσταση και κατέληξα στην εξής εικόνα: στη μια όχθη ήταν η πραγματικότητα που βιώνουμε και, ως γνωστόν, δεν είναι παρά μία από τις πιθανότητες κι όχι κατ' ανάγκην η καλύτερη. Στην άλλη όχθη βρίσκονταν όλες οι υπόλοιπες πιθανότητες, που ανεπιτυχώς χαρακτηρίζονται "μη πραγματικές" ή φανταστικές, (προσωπικά δε θα έβαζα με τίποτε το χέρι μου στη φωτιά πως ο διαχωρισμός τους είναι απολύτως αληθής). Και μεταξύ αυτών των δύο, έρεε ό,τι ζούμε.

Θα μπορούσες να φανταστείς τις δυο αυτές όχθες ασύνδετες μεταξύ τους κατά μήκος ολόκληρης της "ροής"΄, δηλαδή ολόκληρης της ζωής; Τραγωδία. Αβάσταχτο και για τον πιο ψύχραιμο και λογικό άνθρωπο να βιώνει ολόκληρη τη ζωή του στην όχθη της στυγνής πραγματικότητας. Κι αντίστοιχα, για τον πλέον ευφάνταστο εξίσου αβάσταχτο, αν βρισκόταν στην όχθη με τις ασύλληπτα πολλές "μη πραγματικές" πιθανότητες! Τρέλα! Πόσο μάλλον αν τους αλλάξουμε και όχθες! Είμαι σχεδόν βέβαιη πως, αν μου τύχαινε μια τέτοια αποκοπή από τη μια ή την άλλη πλευρά, θα πέθαινα από το μαρασμό στη σκέψη της αντίπερα όχθης, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό ή από όπου κι αν βρισκόμουν αποκομμένη εν κατακλείδι.
Ευτυχώς που, μάλλον, δε γίνεται έτσι κι έχουμε τη δυνατότητα να πηγαίνουμε απέναντι διασχίζοντας τις γέφυρες που χτίζει η Επινόηση!

Ευτυχώς που ο κάθε καλλιτέχνης, ο κάθε ποιητής, ο κάθε "φοιτητάκος", σαν κι αυτόν που περιγράφει ο Αλμπέρτο Τόρες Μπλαντίνα, δια στόματος Σαλβαδόρ Φουενσάντα, μα και ο κάθε απλός άνθρωπος, κουβαλάει μέσα του το μηχανισμό της Επινόησης και έχει την ικανότητα να χτίζει τα γεφύρια που τον στοιχειώνουν σε ένα συνεχές και απαραίτητο πηγαινέλα από τη μια όχθη στην άλλη, επινοώντας αίτια κι αποτελέσματα και καταστάσεις κι ανάγκες κι υποχρεώσεις. Και μέσα σε όλες αυτές τις εναλλαγές που επινοεί ο καθένας μας η σοφότερη επινόηση, νομίζω, παραμένει η ίδια η Επινόηση, που πηγάζει από τα βάθη της ψυχής ... Τόσο απλά και τόσο όμορφα, με μια μαθηματική ακρίβεια,μπορούν και δένουν όλα μεταξύ τους...





4 σχόλια:

  1. ΠΟΛΥ ΚΑΛΟ, ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΖΩΝ ΣΧΟΛΙΟ, ΣΤΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΗΜΑ.
    ΨΑΧΝΕΙΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΤΗ;
    ΜΕΡΙΚΟΙ ΕΧΟΥΝ ΤΟ ΧΑΡΙΣΜΑ ΝΑ ΠΕΡΝΑΝΕ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΠΕΡΑ ΟΧΘΗ ΜΕ ΔΥΟ ΑΠΛΩΤΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ, ΟΣΕΣ ΑΠΛΩΤΕΣ ΚΙ ΑΝ ΚΑΝΟΥΝ, Η ΟΧΘΗ ΑΝΤΙ ΝΑ ΠΛΗΣΙΑΖΕΙ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΕΤΑΙ...
    ΞΕΡΕΙΣ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΟΛΛΑ "ΡΕΥΜΑΤΑ" ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΔΥΟ ΟΧΘΕΣ!

    Demetrios Karamanolis

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Γεια σου Δημήτρη!

    Δε νομίζω πως ψάχνω για εκδότη, γιατί, όπως ξέρεις, προτιμώ τα ανέκδοτα.ΧΧΧ

    Χθες, βίωσα στην πράξη αυτό που περιγράφεις σε θεωρητικό επίπεδο με τα "ρεύματα". Κολυμπούσα σε μια θάλασσα, στον κόλπο του Φονιά, (Μεσσηνία, καταλαβαίνεις...),που ήταν όλο ρεύματα και ενώ ξανοίχτηκα εύκολα, ίδρωσα να επιστρέψω στην ακτή!

    φιλιά στα κορίτσια σου.
    (κι αν στο μεταξύ βρεις και κανέναν εκδότη...μου λες! χχχ)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Εγώ πάντως αυτό που αξιολογώ περισσότερο, πέραν της δεδομένης ικανότητάς σου να επεκτείνεις και να συνδυάζεις και να συνταιριάζεις και να παραπέμπεις, είναι η έμπνευση. Αυτό που επιλέγεις, δηλαδή, να σχολιάσεις, οι μικρές κλωστές που τραβάς και γίνονται κουβάρι.
    Σε χαιρετώ από την Κρήτη, που είναι ίδια.
    (Θυμήθηκα τώρα μία από από τις Ιστορίες του κ. Κόυνερ, όπου κάποιος τον συνάντησε μετά από πολλά χρόνια και του είπε "Δεν άλλαξες καθόλου!". "Ωχ", σκέφτηκε ο κ. Κόυνερ)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. καλή σου μέρα καλό μου ρακάδικο!

    χαίρομαι που σε βλέπω πάλι εδώ και φυσικά χαίρομαι με το σχόλιο σου (γιατί να το κρύψω άλλωστε πίσω από συμνότυφες και λιποβαρείς λέξεις?!)

    Ελπίζω το "κουβάρι" που λες να εξελιχτεί κάποτε σε μίτο της Αριάδνης και να μας βγάλει από το λαβύρινθο...χε χε

    φιλιά από τη μαγευτική Πελοπόννησο, που ή αυτή αλλάζει ή εγώ ή - που είναι και το πιθανότερο - αλλάζουμε και οι δυο!
    Χθες ανακάλυψα πως υπάρχουν, και βάθρες σαν της Σαμοθράκης εδώ παραδίπλα. Τέλεια! Κι εγώ που έλεγα να πάω στην Ικαρία... Άλλαξα γνώμη. Αλλάζω συνεχώς! Νομίζω πως ποτέ δε θα βρεθώ στη θέση του κου Κόυνερ (ευτυχώς!)

    ΑπάντησηΔιαγραφή