Τρίτη 21 Ιουνίου 2016

ΣΦΑΙΡΙΚΑ ΚΑΤΟΠΤΡΑ, ΕΠΙΠΕΔΟΙ ΦΟΝΟΙ



ΤΟ ΚΑΙΝΟΥΡΙΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΤΟΥ ΤΕΥΚΡΟΥ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ

    Μου είναι πρακτικά αδύνατο να γράψω για το καινούριο μυθιστόρημα του Τεύκρου Μιχαηλίδη, «Σφαιρικά κάτοπτρα, επίπεδοι φόνοι», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις ΠΟΛΙΣ, χωρίς πρώτα να κάνω μια σύντομη αναφορά σε όλο το έργο του. Βέβαια, η επιθυμία μου να κάνω μια σύντομη μόνο αναφορά στο έργο του Τεύκρου Μιχαηλίδη δεν ξέρω κατά πόσο είναι εφικτή, επειδή με την πάροδο των χρόνων το έργο του Τεύκρου αυξάνει με γοργούς ρυθμούς τόσο σε ποσότητα όσο και σε ποιότητα. Για το λόγο αυτό θα περιοριστώ όσο γίνεται σε εκείνα τα μυθιστορήματά του, που με τον άλφα ή βήτα τρόπο συνδέονται με τα Μαθηματικά και, κατά συνέπεια, εντάσσονται στο είδος που  μετά από πολλή συζήτηση δεχτήκαμε να αποκαλούμε «Μαθηματική Λογοτεχνία».
     Ανήκω σε εκείνη τη μικρή ομάδα των τυχερών που έχουν την τιμή  και τη δυνατότητα όχι απλά να διαβάζουν τα βιβλία του Τεύκρου Μιχαηλίδη πριν ακόμη εκδοθούν, αλλά επιπλέον να ακούν από το στόμα του συγγραφέα την κεντρική ιδέα του βιβλίου στην αρχική, την σπερματική της, σύλληψη.  Ίσως και λίγο νωρίτερα… Τότε που μια χρονολογία ή ένα μαθηματικό θεώρημα ή ένα ιστορικό γεγονός ή κάτι ικανό τέλος πάντων να αποτελέσει  νήμα εξιστόρησης, αναδύεται από τη σκοτεινή πλευρά του μυαλού, για να υφάνει ένα ακόμη μυθιστόρημα, που κάποια στιγμή φτάνοντας τυπωμένο στα χέρια μας  θα μας χαρίσει σε ένα πρώτο πλάνο αρκετές ώρες απολαυστικής, πλην μοναχικής, ανάγνωσης.  Σε ένα δεύτερο πλάνο όμως το ίδιο βιβλίο μπορεί να μας προσφέρει πολλές ώρες γόνιμης συλλογικής μελέτης, ενδιαφέρουσας συζήτησης και ποικίλης κοινωνικής δραστηριότητας, στο πλαίσιο μιας σχολικής ή μη Λέσχης Ανάγνωσης, από τις πολλές που λειτουργούν πλέον στη χώρα μας.
                Ακριβώς δέκα χρόνια πριν, στο πρώτο συνέδριο της ομάδας «Θαλής + Φίλοι»,  γνώρισα στην Αθήνα τον Τεύκρο Μιχαηλίδη. Σύντομα μετά την πρώτη μας συνάντηση κι ενώ είχαμε γνωριστεί κάπως, είχα την τύχη, πίνοντας ελληνικό καφέ σε ένα ήσυχο καφενείο της Πάρου, να ακούσω δια στόματός του την ιστορία του Μιχαήλ Ιγερινού και του Στέφανου Κανταρτζή, των δύο νεαρών μαθηματικών ηρώων στο μυθιστόρημα που μόλις είχε ολοκληρώσει τότε και που ακόμη δεν είχε αποφασίσει για τον τίτλο του, καθώς κινούνταν ανάμεσα σε δύο σκέψεις. “«Το δεύτερο πρόβλημα» ή «Πυθαγόρεια Εγκλήματα»;”, μας ρώτησε. “«Πυθαγόρεια Εγκλήματα»”, είπαμε ομόφωνα.  
                Έκτοτε είχα πολλές φορές ανάλογες συναρπαστικές εμπειρίες.  Ως μέλος μιας μικρής συντροφιάς, πίνοντας συνήθως καφέ και σπανιότερα μπίρα, απόλαυσα τον Τεύκρο να εξιστορεί τα μυστικά των ηρώων του βιβλίου που έγραφε ή που είχε την πρόθεση να γράψει. Ο Στέφανος Κανταρτζής, το θύμα των Πυθαγορείων, ο Δημήτρης Αποστολίδης, ο μέτοικος που αγαπούσε από μικρό παιδί τη συμμετρία, η Άννα, που μιλούσε με τον μαθηματικό γείτονά της για τα Μαθηματικά,  μπήκαν στη ζωή μου σαν υπαρκτά και όχι ως επινοημένα πρόσωπα, μαζί με τον Αχμές τον γιο του φεγγαριού και τον Κώστα Σπέρα που πρωτοστατούσε το 1963 στα αιματηρά γεγονότα των μεταλλείων της Σερίφου. Αυτά και άλλα πολλά ιστορικά πρόσωπα, που με μαεστρία εμπλέκει ο Τεύκρος Μιχαηλίδης στις δικές του ιστορίες, μου πρόσφεραν - πέρα από την απόλαυση του κειμένου - γνώσεις και εμπειρίες, με προβλημάτισαν και συχνά με ώθησαν  σε περαιτέρω μελέτη, καθώς μου αποκάλυψαν πολλές άγνωστες σελίδες της Ιστορίας του ανθρώπινου είδους, αλλά και των Μαθηματικών.
                Το μυθιστόρημα «Σφαιρικά κάτοπτρα, επίπεδοι φόνοι», μας αποκαλύφτηκε από τον Τεύκρο με τον ίδιο τρόπο των μυθιστορημάτων που είχαν προηγηθεί. Η κεντρική ιδέα με τις δύο παράλληλες ιστορίες, μια στο 12Ο  και μια στον 20ο αιώνα, με συνδετικό κρίκο το χειρόγραφο του Ιμπν αλ Χαϊτάμ,  το Κιτάπ αλ Μαναζίρ, που είχε ως θέμα τη φύση και τη διάδοση του φωτός, καθώς και ο τόπος της ιστορίας, η Κύπρος, μας ανακοινώθηκαν δύο χρόνια περίπου πριν, ένα βράδυ στη Θεσσαλονίκη, συνοδεία μπίρας! Οι πληροφορίες που μας αποκάλυψε ο συγγραφέας για τα «Σφαιρικά κάτοπτρά» του ήταν, όπως πάντα συναρπαστικές, αλλά σε αντίθεση με τις προηγούμενες φορές δεν μου σύστησαν έναν ήρωα με τον οποίον θα μπορούσα να γίνω φίλη ή ακόμη και να ταυτιστώ, όπως για παράδειγμα ήταν στο παρελθόν ο Δημήτρης Αποστολίδης ή η Άννα!  
        Η ιστορική περίοδος της τρίτης Σταυροφορίας, στην οποία εκτυλίσσεται η μία από τις δύο παράλληλες ιστορίες του μυθιστορήματος, μου ήταν εντελώς άγνωστη. Βέβαια, ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος είχε στο μυαλό μου εκείνη τη μεγαλεπήβολη μορφή, όπως την παρουσίαζαν οι ιστορίες του Ρομπέν των Δασών, που διάβαζα ως παιδί. Σε εκείνες όμως τις  ιστορίες  ο Ριχάρδος ήταν πάντα απών, επειδή πολεμούσε κάπου, πολύ μακριά από τη χώρα του, και όλοι, αυλικοί και μη, τον περίμεναν πώς και πώς να επιστρέψει από τις εκστρατείες, για να αποκαταστήσει την τάξη, απαλλάσσοντάς τους ως από μηχανής θεός από τα δεινά που υπέφεραν εξαιτίας του κακού του αδερφού, του Ιωάννη, που προσπαθούσε με μηχανορραφίες να σφετεριστεί το θρόνο του πρωτότοκου αδερφού του και δεν έχανε ευκαιρία να επιβάλει υψηλά χαράτσια, καθώς και άδικες σκληρές τιμωρίες σε όλους.  Ως παιδί δεν είχα αναρωτηθεί ποτέ πού βρισκόταν ο Βασιλιάς Ριχάρδος. Το ενδιαφέρον μου εστίαζε στη δράση του Ρομπέν των Δασών και - για κάποιον ανεξήγητο λόγο - στο Βενεδικτίνο καλόγερο Τακ.
     Διαβάζοντας το μυθιστόρημα του Τεύκρου, ο Ριχάρδος, ο επονομαζόμενος Λεοντόκαρδος, αποκαταστάθηκε ως ιστορικό πρόσωπο στο μυαλό μου!  Η αφήγηση της Δόνας Εστεφάνα, της Ανδαλουσιανής διανοούμενης, που  είχε μαθητεύσει δίπλα στον Ίμπν Ρουσντ, γνωστού στη Δύση ως Αβερρόη, αφενός μου ανέσυρε μνήμες από τα παιδικά μου αναγνώσματα, αφετέρου συμπλήρωσε τα κενά γνώσης για τον Βασιλιά Ριχάρδο, για την εποχή του,  τις συνθήκες που επικρατούσαν στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου και της σημερινής Βόρειας Ευρώπης. Η αφήγηση της Δόνας Εστεφάνα, της γιάτρισσας της Βασίλισσας Βερεγγάριας, που ήταν η νόμιμη σύζυγος του Ριχάρδου, αλλά όχι αυτή που μοιραζόταν μαζί της την κλίνη του, ξεδιπλώνεται  στα περιττά κεφαλαία του βιβλίου άμεση, γλαφυρή και εμπεριστατωμένη. Η Δόνα Εστεφάνα, είναι όμορφη, έξυπνη, μορφωμένη, θαρραλέα, δυναμική, αφοσιωμένη,  αλλά είναι και γυναίκα παθιασμένη. Είναι παθιασμένη  με τη σπουδή, με την Επιστήμη και τη γνώση όσο είναι και με τον έρωτα, που ενσαρκώνεται στο πρόσωπο του Κύπριου μοναχού Αλέξιου, από τη Μονή του Σταυροβουνίου.
      Η Δόνα Εστεφάνα, η νέα επινοημένη μορφή του Τεύκρου Μιχαηλίδη, όπως τη γνώρισα διαβάζοντας (και ξαναδιαβάζοντας) το βιβλίο, ήρθε και στάθηκε δίπλα στο Στέφανο Κανταρτζή (από το «Πυθαγόρεια Εγκλήματα»), στον Ζυλ Ντυσάν (από το «Τα τέσσερα χρώματα του καλοκαιριού») και στο Δημήτρη Αποστολίδη (από το «Ο μέτοικος και η συμμετρία»),  ως  μια δυναμική ηρωίδα που μπαίνει στη ζωή σου και σε κάνει, για διάφορους λόγους, να θέλεις να ταυτιστείς μαζί της ή έστω να την κάνεις φίλη σου. 
     Στα άρτια κεφάλαια του βιβλίου ένας τριτοπρόσωπος παντογνώστης αφηγητής μας εξιστορεί μιαν ιστορία που ξετυλίγεται το 1956 στην ταραγμένη Κύπρο. Οι Εγγλέζοι αποικιοκράτες χρησιμοποιούν κάθε μέσο για να καταστείλουν τους εξεγερμένους Ελληνοκυπρίους. Πάνω σε αυτό το γενικό φόντο πλέκεται η ιστορία της εγγλέζας βυζαντινολόγου,  Άγκατ Κρίστι, του γάλλου παλαιογράφου, Ζιλ Γκρασουαγιέ,  και του νεαρού, πλην ήδη διάσημου, έλληνα μαθηματικού,  Μάριου Ιωάννου, οι οποίοι καλούνται από τον άγγλο Συνταγματάρχη Τζόναθαν Νίκολς, για να εξετάσουν την προέλευση και την αξία ενός  κατά τα φαινόμενα ιδιαίτερα σημαντικού χειρόγραφου που βρέθηκε τυχαία σε μια κρύπτη στη Μονή Σταυροβουνίου, κατά τη διάρκεια έργων συντήρησης του μοναστηριού.
     Η περίτεχνα σκωπτική γραφίδα του Τεύκρου Μιχαηλίδη, δεν σταματά σε όλη τη διάρκεια της αφήγησης να υπογραμμίζει με κομψότητα, αλλά χωρίς να χαρίζεται, τις απόκρυφες και ευτελείς πτυχές των κατά τα άλλα σημαντικών της Ιστορίας, καθώς και τα μεγάλα ιστορικά ατοπήματα,  από όπου κι αν προέρχονται, ενώ για μια ακόμη φορά αποδεικνύει ότι πίσω από τις 305 σελίδες του μυθιστορήματος  υπάρχουν χιλιάδες σελίδες έρευνας και μελέτης του συγγραφέα.

           Είμαι βέβαιη πως το τελευταίο μυθιστόρημα του Τεύκρου Μιχαηλίδη, το «Σφαιρικά κάτοπτρα, επίπεδοι φόνοι», θα αγαπηθεί από το μεγάλο αναγνωστικό κοινό του όσο αγαπήθηκαν όλα τα προηγούμενα μυθιστορήματά του και ακόμη περισσότερο… Αδημονώ όμως να ακούσω, πίνοντας καφέ ή μπίρα, την κεντρική ιδέα του επόμενου μυθιστορήματος, γιατί είναι σίγουρο πως έχει στο μεταξύ πάρει τον δρόμο του. :)