Θυμάσαι φίλε μου, για την εικόνα εκείνη που σου 'λεγα πως με στοιχειώνει; Εννοώ την εικόνα που συναντώ τα πρωινά πηγαίνοντας για το σχολείο. Νέοι άντρες, λίγο μετά τα τριάντα κι αρκετά πριν τα σαράντα, με χαμένο, σκοτεινό βλέμμα, που σέρνουν τα πόδια και πάνε, κρατώντας στο χέρι ένα μικρό κορίτσι. Το παιδί πασχίζει να ανοίξει το βήμα του, για να προλάβει το βηματισμό του πατέρα που το σέρνει.. Προχθές, φτάνοντας στη δουλειά, περνώνας μπροστά από τα Δημοτικά, είδα και πάλι τους νεαρούς μπαμπάδες να βαδίζουν προς την είσοδο των σχολείων. Θαρρείς και μέρα με τη μέρα γίνονται περισσότεροι, στρατιές από μπαμπάδες. Με την εικόνα αυτήν να στοιχειώνει τη σκέψη μου έφτασα στο Λύκειο και μπήκα στο γραφείο, όπου οι δυο φίλες μου βρίσκονταν ήδη εκεί και συζητούσαν. Τις διέκοψα απότομα. "Έχετε προσέξει πόσοι νέοι μπαμπάδες πηγαίνουν το πρωί τα παιδιά τους στο σχολείο;" ρώτησα, πριν ακόμη πω μια καλημέρα. " Και γιατί να μην τα πάνε; Καλά κάνουν ", είπε η μια. " Ε, καιρός ήταν. Αλλάζουν οι νοοτροπίες..", συμπλήρωσε η άλλη παρασυρμένη από τον φεμινιστικό της οίστρο. " Όχι, όχι! Δεν είναι θέμα νοοτροπίας", την έκοψα. "Είναι θέμα χρόνου. Δηλαδή είναι θέμα ελεύθερου χρόνου. Οι μπαμπάδες που συναντώ τον πρωί δεν έχουν την προσμονή του ανθρώπου που τρέχει να προλάβει, να αφήσει το παιδί στο σχολείο, να τρέξει μετά στη δουλειά. Οι μπαμπάδες αυτοί έχουν βήμα βαρύ, σαν να μη θέλουν να φτάσουν.. Κι έχουν βλέμμα σκαμμένο από την απόγνωση. Δεν είναι η νοοτροπία κορίτσια, είναι η αυξανόμενη ανεργία που κάνει να ξεφυτρώνουν το πρωί οι μπαμπάδες έξω από τα σχολεία", είπα, αλλά η φωνή μου καλύφτηκε από το κουδούνι που μας καλούσε στην πρωινή προσευχή.
Τουλάχιστον γλιτώνουμε την έπαρση.. Παλιότερα γινόταν κι αυτό κάθε πρωί.
Τουλάχιστον γλιτώνουμε την έπαρση.. Παλιότερα γινόταν κι αυτό κάθε πρωί.
Ή μόνο το πρωί της Δευτέρας; Ναι, τη Δευτέρα η έπαρση, το Σάββατο η υποστολή. Και πιο ύστερα την Παρασκευή.
Παλιότερα γινόταν κι άλλα πράγματα, όπως, ας πούμε, το να βλέπεις έξω από τα σχολεία μόνο μαμάδες και γιαγιάδες, άντε και κανέναν παππού που και που, να περιμένουν τα μικρά τους να σχολάσουν. Αλλά τώρα το τοπίο έχει δραματικά αλλάξει. Τώρα συναντάς πολλούς νέους άντρες να σέρνουν τα παιδιά τους από το χέρι την ώρα που θα έπρεπε οι ίδιοι να βρίσκονται σε κάποιον χώρο εργασίας, να παράγουν, να προσφέρουν, να επιβεβαιώνονται, να κερδίζουν τα προς το ζειν των παιδιών τους. Αλλά δεν είναι στη δουλειά, είναι εκεί, στο δρόμο, και βαδίζουν αργά, για να πέφτω συνέχεια επάνω τους, να παρατηρώ το σκυφτό κεφάλι, τους γυρτούς ώμους, το χέρι που κρέμεται εγκατελειμένο στη βαρύτητα και στο βάρος ενός μικρού παιδιού, που κρεμασμένο παλεύει να συντονιστεί με το συρτό, αλλά μεγάλο, δρασκελισμό.
Αυτή η εικόνα, φίλε μου, με στοιχειώνει... Οι νεαροί μπαμπάδες, που συναντώ. Κι αναρωτιέμαι μήπως φταίει λιγάκι και η φαντασία μου, η ευφάνταστη, που πολλαπλασιάζει την εικόνα τους για να τους κάνει τραγικούς ήρωες μιας θλιβερής πραγματικότητας. Θα έλεγα πως φταίω εγώ, πως γίνομαι υπερβολική και τραγικοποιώ τα πράγματα, πως οι φίλες μου τελικά έχουν δίκαιο και πως οι άντρες πάνε τώρα τα παιδιά τους στο σχολείο, επειδή αλλάζουν οι νοοτροπίες και οι αντιλήψεις, και...
Αλλά πάνω που πήρα απόφαση να αλλάξω την αντίληψή μου, επινοώντας μια ωραία ερμηνεία που θα μου άμβλυνε λιγάκι τη θλίψη της πρωινής εικόνας, για να μη με στοιχειώνει, πήγα κι έπεσα επάνω στον Αντώνη! Ο Αντώνης τριάντα και κάτι, εργοδηγός, άνεργος και πατέρας της δωδεκάχρονης Βιολέτας... Μικροπαντρεμένος, όμορφος, ψηλός μελαχροινός, λυγερόκορμος και με σερνάμενο το μακρύ του βήμα.. Με πολλή απόγνωση και με αδυναμία στο τηγανητό ψάρι... Γι' αυτό, όταν είδε ο Αντώνης την Έλλη την Τρίτη στη λαϊκή να αγοράζει ψάρια πήγε κατ' ευθείαν και τη ρώτησε: "θα τα τηγανίσεις;" Ειλικρινά θαυμάζω αυτή την αμεσότητα που έχουν κάποιοι νέοι άνθρωποι, αν και ο Αντώνης μάλλον παρατηρούσε την Έλλη καιρό, πριν τολμήσει να της μιλήσει.
Και μετά... Η Έλλη αρνήθηκε. Αλλά λίγο πιο μετά έγινε το μυστικό της!
Κάπως έτσι έγινε "Το μυστικό της Έλλης", το τελευταίο μυθιστόρημα του Θεόδωρου Γρηγοριάδη, από τις εκδόσεις Πατάκη. Το 'πιασα χθες στο χέρι μου και δεν το άφησα πριν το τελειώσω, όχι μόνο επειδή μου αρέσει ο Γρηγοριάδης, όχι μόνο επειδή η Έλλη ήταν καθηγήτρια, (κι άρα το είδα κάπως συντεχνιακά :)), ούτε κι επειδή είχα ανάγκη για ένα διάλειμμα από την καθημερινότητά μου, που πράγματι είχα. Το διάβασα με τη μία επειδή στο πρόσωπο του Αντώνη, στα λόγια του, στις πράξεις του, μέσα από την καθημερινότητά του όπως την παρουσιάζει ο Γρηγοριάδης ένιωσα, κατά κάποιον τρόπο, να γνωρίζω έναν από αυτούς τους νέους ανθρώπους, που συναντώ εδώ και καιρό, πηγαίνοντας στο σχολείο τα πρωινά...
Τους συναντώ κι η έκφρασή τους μου ραγίζει την καρδιά.
Τους συναντώ κι η έκφρασή τους μου ραγίζει την καρδιά.
μου αρέσει ....το διάβασα , και το ζω !
ΑπάντησηΔιαγραφήΑχ... βρε Κική, τι με κάμνεις!!! Κι άλλο βιβλίο για τη "λίστα προς αγορά";!! Πρέπει να βρω τους κατάλληλους φίλους να μου κάνουν για τα Χριστούγεννα ή την Πρωτοχρονιά ένα βιβλίο για δώρο. Ή να το κάνω εγώ σ' αυτούς και μετά .. να το δανειστώ για λίγο;;; Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα; Σ' αυτήν την περίπτωση... ΝΑΙ!
ΑπάντησηΔιαγραφή"Κική";! Πώς σου ήρθε το Κική;
ΔιαγραφήΕμένα μου φέρνει στο μυαλό το εύθυμο εκείνο τραγουδάκι: "Μα θαρρώ πως θα τα μπλέξω, απ' την Κική και την Κοκώ..."
Διάβάζεται γρήγορα.
Αν δεν το πήγαινα στον γιο μου που μου το ζήτησε, θα σου το δάνειζα εγώ :)
Προτείνω να πας από Δευτέρα να αγοράσεις τα Χριστουγεννιάτικα δώρα και να αρχίσεις να τα ...διαβάζεις αμέσως! :)
Επίσης, να κάνεις λίστα δώρων ονομαστικής εορτής με τα βιβλία που θέλεις να διαβάσεις και να την επισυνάψεις στην ευχήτηρια κάρτα που θα στείλεις, αύριο κιόλας, στους φίλους σου! :)
φιλιά
Ωραία ιδέα, φιλενάδα!! Ειδικά η τελευταία!!!
ΔιαγραφήΤο Αχ Κική είναι από το γνωστό "Αχ βρε Κική τι με κάμνεις" του Βουτσά προς την Καραγιάννη σε εκείνη τη φανταστική ταινία με το γάμο και τα χίλια μπλεξίματα.. η οποία ατάκα παίζει πολύ στα θεατρικά των σχολείων...
Καλά να περάσετε!! Και για μας κάντε καμιά επιπλέον βόλτα...
Μυαλό, καρδιά, ψυχή ισορροπία και των τριών και αλληλεπίδραση ! Καλές γιορτές !
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε ευχαριστώ πολύ, Στράτο!
ΔιαγραφήΝα είσαι καλά.
Καλές Γιορτές!
Μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη του Θ. Γρηγοριάδη
ΑπάντησηΔιαγραφήεδώ