Πέμπτη 12 Ιουλίου 2018

Άδηλη η ψυχή του αγοριού...

Είναι δυο τρεις μέρες τώρα που προσπαθώ να γράψω... 
Ξεκινώ κι εγκαταλείπω την προσπάθεια πριν καλά καλά την αρχίσω. Είναι πολύ δύσκολο το θέμα που με απασχολεί και δεν χωρά ούτε σε λογοπαίγνια ούτε στους συνήθεις αστεϊσμούς στους οποίους καταφεύγω - κι εγώ όπως και πολλοί άλλοι - όταν η σοβαρότητα του πράγματος μου προκαλεί αμηχανία.
Η "αμηχανία", ως λέξη, δεν περιγράφει ούτε το ένα απειροστό εκείνου του συνονθυλεύματος συναισθημάτων από τα οποία διακατέχεται όποιος αποφασίσει να σκύψει βαθιά μέσα στην ψυχή ενός αγοριού. Το άγνωστο που συναντά μερικές φορές είναι πιο τρομακτικό κι από τους "δράκους" που μας κυνηγούν στους εφιάλτες των παιδικών μας χρόνων! Τότε που ζητάμε από τη μητέρα μας να αφήσει το φως αναμμένο, όταν έρχεται το βράδυ να μας σκεπάσει, με εκείνο το γλυκό φιλί της καληνύχτας, που η αίσθησή του γίνεται υποσυνείδητα η καταφυγή μας στα δύσκολα χρόνια που δεν είμαστε πλέον παιδιά ή όταν η μητέρα δεν είναι πλέον ανάμεσά μας...

Τον τελευταίο καιρό μια σειρά από συμπτώσεις με ώθησε να ξαναδιαβάσω κλασικά βιβλία στα οποία ο αφηγητής είναι ένας νεαρός έφηβος που παλεύει απεγνωσμένα να βρει το δρόμο του προς την ενηλικίωση κι έρχεται αντιμέτωπος πρώτα με τους γονείς του, μετά με τους δασκάλους του, με τους συμμαθητές του, με όλη την κοινωνία και οτιδήποτε την συναπαρτίζει... Στο βάθος όμως, αυτό που στοιχειώνει τον αφηγητή είναι ο ίδιος του ο εαυτός. Ένας εαυτός που αλλάζει. Που από τη συμπαγή παιδικότητα περνά στη δια βίου διάσταση του είναι με το γίγνεσθαι.
Θα εξηγήσω αμέσως τι εννοώ, αφού πρώτα αναφέρω ποια είναι τα βιβλία που ξαναδιαβάζω αυτόν τον καιρό. 
"Ντέμιαν" τουΈρμαν Έσσε, σε μετάφραση Μένη Κουμανταρέα και "Ο φύλακας στη σίκαλη", του J. D. Saligner, σε μετάφραση Τζένης Μαστοράκη. Τα είχα διαβάσει όταν ήμουν φοιτήτρια στα Γιάννενα, κι εκείνα τα ίδια αντίτυπα έχω ξανά στα χέριά μου, εδώ και λίγους μήνες, προσπαθώντας να καταλάβω τι συμβαίνει στην ψυχή και στο μυαλό ενός αγοριού όταν είναι μεταξύ 12 και 18. Ή και μεγαλύτερο. Επειδή μερικές φορές η εφηβεία παίρνει μακράν παράταση... Τα εγχειρίδια της ψυχολογίας είναι μεν κατατοπιστικά, αλλά περιορίζονται σε μια επιστημοσύνη που δεν καλύπτει όλα τα πώς και τα γιατί που γεννά η περιέργειά μου μπροστά σε τέτοιες δύσβατες και σκοτεινές (ανα)γνωστικές αναζητήσεις.
Τέτοιες στιγμές η πλέον στέρεη και έγκυρη προσέγγιση γίνεται μέσα από τη λογοτεχνία. Ενίοτε δε και από τη φιλοσοφία.

Διαβάζω και ξαναδιαβάζω την εξομολόγηση του Σίνκλαιρ, του νεαρού αφηγητή στο "Ντέμιαν", και βλέπω όσα δεν βλέπουμε, όταν - ως γονείς ή και ως εκπαιδευτικοί -συναναστρεφόμαστε με τους νέους ή όταν απλά τους επιτηρούμε/παρατηρούμε εξ αποστάσεως να συναναστρέφονται μεταξύ τους, να συμμετέχουν σε παρέες, να πηγαίνουν σε πάρτυ, να κολυμπούν σε πισίνες...

"Όσο περισσότερο καταλάβαινα πόσο διαφορετικός ήμουν από την καινούρια μου παρέα, τόσο περισσότερο δυσκολευόμουν να ξεφύγω απ' αυτήν. Δεν θυμάμαι πια αν κατά βάθος το πιοτό ή το όνομα που είχα βγάλει μου έδιναν ικανοποίηση.  Ένα ήταν βέβαιο: πως ποτέ δεν είχα κατορθώσει να συνηθίσω στο οινόπνευμα. Ήταν σαν να με έβαζαν σε καταναγκαστικά έργα. Έκανα αυτή τη ζωή γιατί δεν ήξερα τι άλλο να κάνω. Φοβόμουν να συνεχίσω να ζω στη μοναξιά, φοβόμουν τις χιλιάδες κρίσεις τρυφερότητας και ντροπής, που σ' αυτές έκλινα πάντα από φυσικού μου. Τρόμαζα στην τρυφερή σκέψη του έρωτα, που συχνά με κρατούσε ξάγρυπνο." (σελ. 78)

Ένα μικρό απόσπασμα από την εκμυστήρευση όπου ο Σίνγκλαιρ περιγράφει την τεράστια μοναξιά και τον παραλυτικό φόβο που βιώνει μπροστά στις επιθυμίες που εκπηγάζουν από την ίδια την ανθρώπινή του φύση, καθώς παλεύει να σταθεί...
Και πάνω από όλα βιώνει ενοχή!  Ένοχος, επειδή μεγαλώνει. Ένοχος επειδή επιθυμεί... 
Ένοχος επειδή γίνεται άντρας... 
Ο νεαρός Σίνκλαιρ, βέβαια,  ζει -υποθέτω- λίγο πριν από το 1919, που έγινε  η πρώτη έκδοση του βιβλίου του Έσσε. 
Τα βιώματά του όμως και οι αγωνίες του δεν έχουν να κάνουν τόσο με τις συνήθειες, τα ήθη και τα έθιμα της εποχής που ζει, λέω εγώ,  όσο με την υποκρισία... 
Και η υποκρισία μιας εποχής σε τίποτε δεν διαφέρει από την υποκρισία μιας άλλης.
Έχει την ίδια βασική δομή. Τα ίδια αξιώματα... 

"Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι περιάγετε τὴν θάλασσαν καὶ τὴν ξηρὰν..."

Η υποκρισία είναι το θεμελιώδες υλικό των δυτικών κοινωνιών... που εκβιάζουν από το άτομο μια ωρίμανση αντίθετη στην ίδια του τη φύση. 
Ο Βίτολντ Γκομπρόβιτς - όπως διαβάζω στην εισαγωγή του βιβλίου "Μαθήματα φιλοσοφίας σε έξι ώρες και ένα τέταρτο"- ισχυρίζεται ότι:

Είναι πάγια κατάσταση οι άνθρωποι να αισθάνονται υποχρεωμένοι να κρύβουν την ανωριμότητά τους, γιατί μόνο ό,τι διαθέτουμε από ωριμότητα μέσα μας είναι κατάλληλο προς τα έξω. [...] δε βλέπετε ότι η εξωτερική σας ωριμότητα δεν είναι παρά μύθος και ότι όλα όσα προσπαθείτε να εκφράσετε δεν αντιστοιχούν στην εσωτερική πραγματικότητά σας;
Ενώ υποκρίνεστε την ωριμότητα, στην πραγματικότητα ζείτε σε έναν πολύ διαφορετικό κόσμο. Αν δεν κατορθώσετε να συνενώσετε αυτούς τους δύο κόσμους, ο πολιτισμός θα είναι για σας πάντα ένα εργαλείο αυταπάτης.

Η εισαγωγή στο "Μαθήματα φιλοσοφίας σε έξι ώρες και ένα τέταρτο" είναι του καθηγητή Σύγχρονης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Γένοβας, Φραντσέσκο Καταλούτσιο, που είναι επιμελητής και μεταφραστής ολόκληρου του έργου του Γκομπρόβιτς. Προσοχή! Ο Γκομπρόβιτς δεν είναι φιλόσοφος. Λογοτέχνης είναι! Γι' αυτό άλλωστε οι αλήθειές του, σαν κι αυτές του παραπάνω αποσπάσματος περί ανωριμότητας, είναι έγκυρες! 

Δυσκολεύομαι πολύ να γράψω. Είναι μεγάλο το βάρος των ημερών, κάτω από την υποκριτική στάση όλων μας...
Μα πώς να αποδεχτούμε την ανωριμότητά μας και πώς να αφήσουμε πίσω την σύμφυτη με  το είναι μας ενοχή;
Την κουβαλάμε μέσα μας από κείνη την πολύ μακρινή εποχή, που ως άλλοι Σίνκλαιρ παλέψαμε με την αποδοχή της ενηλικίωσης. Ή μήπως από τότε που εκπέσαμε από την αγγελική παιδικότητα στις εκφυλιστικές μεταβολές του χρόνου; 
Από τον Παράδεισο στην Κόλαση...
Του μυαλού μας.

Ξαναδιαβάζω τα φοιτητικά μου αναγνώσματα, το "Ντέμιαν" και το "Ο φύλακας στη σίκαλη"  και βρίσκω πόσα αγνοούμε ακόμη και σήμερα από τον ψυχισμό του εφήβου που προσπαθεί να ενηλικιωθεί. Που προσπαθεί να ανταποκριθεί στα πρότυπα των αρίστων που εμείς οι ανώριμοι υποκριτές του επιβάλλουμε...
Κι αυτά τα πρότυπα δεν συγχωρούν αδυναμίες, εκδορές, αίματα, λιποψυχίες...
Αυτά τα πρότυπα απαιτούν επιτυχίες.

Πόσο άδηλη και πόσο μόνη είναι η ψυχή του αγοριού...
Και στα βιβλία, που διαβάζω. 
Και στη δική μας κοινωνία. Και παντού.


2 σχόλια:

  1. Πόσο μακριά φαντάζει η εφηβεία μας Κατερίνα.
    Πόσο μακρια επιβάλλεται να βρίσκεται, για να μη ανακατευτεί ξανα η τράπουλα των υποκρισιών και α-διακρισιών μας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Πόσο μακριά;
      Είναι και ... η απόσταση ένα θέμα προς συζήτηση.
      Και μάλιστα από τα πλέον ασφαλή,
      επειδή το σώζουν οι αριθμοί...

      (Όσο για τις ασαφείς σχέσεις αιτίου-αποτελέσματος, επιμένω, πως είναι υλικό δόμησης όχι απλώς ερμηνειών, αλλά συνειδήσεων και επιλογών...)

      Υ.Γ. Σε ευχαριστώ για το σχόλιο, Λουκά...
      Οι σχολιασμοί είναι απαράτητοι για δημιουργία νέας σκέψης ή για διαχείριση της υπάρχουσας... Πάλι με ...μαθηματικές αιτιότητες θα πορευτώ και πάλι αδιακρίτως θα σε .. ξενερώσω... :)

      Διαγραφή