Ακριβώς έναν αιώνα πριν, στις 10 Μαρτίου του 1919, γεννήθηκε στο Μπρίστολ, ο Richard Skemp, που έμελλε να ανοίξει ένα νέο δρόμο στη διδασκαλία των Μαθηματικών, εισάγοντας στη Διδακτική τους εργαλεία από τη φαρέτρα και τη μεθοδολογία μιας άλλη επιστήμης.
Γιος καθηγητή Μαθηματικών του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ, γαλουχήθηκε σε ένα περιβάλλον που ευνοούσε τη μαθηματική δραστηριότητα. Σπούδασε Μαθηματικά και, μετά τον πόλεμο, δίδαξε για λίγο σε ένα δημόσιο σχολείο μέσης εκπαίδευσης.
Δεν υπεισέρχομαι σε λεπτομέρειες για το πού σπούδασε και για το πού δίδαξε, επειδή δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία για όσα θέλω να πω στη συνέχεια. Αυτό που έχει σημασία είναι πως όταν ο Σκεμπ βρέθηκε αντιμέτωπος με τη δυσκολία που σχεδόν πάντα συναντά ο δάσκαλος, και ειδικά ο νέος δάσκαλος, στην προσπάθειά του να διδάξει αποτελεσματικά στα παιδιά (ακόμη και τα στοιχειώδη) Μαθηματικά, δεν το αντιμετώπισε παθητικά.
Ο Σκεμπ δεν αποδέχτηκε την κατάσταση και δεν συμβιβάστηκε με την αναποτελεσματική του διδασκαλία. Αντιθέτως, αναζήτησε λύσεις.
Αυτό από μόνο του οδηγεί σε δύο τουλάχιστον συμπεράσματα:
1ο. Ο Σκεμπ έκανε συστηματικά αυτοαξιολόγηση και αποτίμηση της δουλειάς του
( όπως οφείλει να κάνει κάθε δάσκαλος που σέβεται τον εαυτό του...)
2ο. Ο Σκεμπ επέμενε να πετύχει τον σκοπό του, αναζητώντας τα αίτια της αποτυχίας του (όπως επίσης οφείλει να κάνει ο κάθε δάσκαλος που δεν έγινε κατά τύχη δάσκαλος...)
Πιθανότητα, διαπίστωσε πως η λύση δεν μπορούσε να δοθεί άμεσα από το εργασιακό του περιβάλλον και με τους παραδοσιακούς τρόπους, του μέντορα ή ό,τι άλλου προβλέπεται, οπότε κατέφυγε αλλού. Αποφάσισε να βγει από τη σχολική τάξη και να καθίσει για μερικά χρόνια ακόμη στα θρανία. Στα 33 του, το 1954 δηλαδή, άρχισε σπουδές στην Ψυχολογία.
Τα ερωτήματα που τον απασχολούσαν, μεταξύ άλλων, ήταν το πώς μαθαίνουν τα παιδιά, ποια μπορεί να είναι τα ψυχολογικά εμπόδια στη μάθηση των Μαθηματικών και τι θα πρέπει να κάνει ο δάσκαλος, όταν θέλει να πετύχει τον σκοπό του. Τουλάχιστον, αυτά αντιλαμβάνομαι από όσα έχω διαβάσει σχετικά με τη δουλειά του, η οποία -ομολογώ- με βοήθησε να εξηγήσω αρκετά από 'κείνα τα "προβληματικά φαινόμενα" που παρατηρεί ο δάσκαλος των Μαθηματικών, όπως παραδείγματος χάριν η εμμονή των παιδιών -και κυρίως των "καλών μαθητών"- να μετατρέπουν κάθε κλάσμα που συναντούν, ακόμη και το 1/3, σε δεκαδικό αριθμό.
Η πρώτη φορά που βρήκα άρθρα και βιβλία του Ρίτσαρντ Σκεμπ, ενάμιση χρόνο πριν, ήταν όταν θέλησα να ετοιμάσω μια εισήγηση για την ημερίδα της Ελληνογαλλικής Σχολής Καλαμαρί, με θέμα "Η εννοιολογική κατανόηση των Μαθηματικών ως πρόκληση στο σύγχρονο σχολείο, Δημοτικό-Γυμνάσιο-Λύκειο". (Η σύντομη εισήγησή μου υπάρχει εδώ).
Ο Σκεμπ αντιδιαστέλλει την εννοιολογική κατανόηση των παιδιών, που είναι άλλωστε και το ζητούμενο, με εκείνη που ο ίδιος ονομάζει "εργαλειακή κατανόηση" και αφορά στην εκμάθηση του "πώς κάνω κάτι", χωρίς να γνωρίζω ούτε πότε ούτε γιατί το κάνω.
(Το άρθρο του Σκεμπ, όπου αναπτύσσει τη θεωρία του υπάρχει εδώ και σε μετάφραση του Τάσου Πατρώνη εδώ.)
Η ψυχολογική προσέγγιση της διδασκαλίας των Μαθηματικών εγκαθίδρυσε ένα νέο κλάδο στις Επιστήμες της Εκπαίδευσης, την Ψυχολογία των Μαθηματικών.
Αυτή ήταν η μεγάλη προσφορά του Σκεμπ στη Διδακτική των Μαθηματικών.
Όμως εκατό χρόνια μετά τη γέννησή του Ρίτσαρντ Σκεμπ και σχεδόν πενήντα χρόνια από την έκδοση του βιβλίου του The Psychology of Learning Mathematics, (Penguin, 1971), συνεχίζουμε στη χώρα μας να εφαρμόζουμε κυρίως μοντέλα μπιχεβιοριστικής θεωρίας. Κι αυτό γίνεται ακόμη πιο τραγικό, όταν το ζητούμενο είναι να μάθουν όλα τα παιδιά τα ίδια ακριβώς "Μαθηματικά".
Και βάζω τα εισαγωγικά, επειδή λέγοντας "Μαθηματικά" εννοώ τα "εργαλειακά Μαθηματικά", δηλαδή το σύνολο κάποιων αλγοριθμικών διαδικασιών που, εν τέλει, καταφέρνουν να μάθουν τα παιδιά όπως, για παράδειγμα, η επίλυση της δευτεροβάθμιας εξίσωσης με τον τύπο της διακρίνουσας! Κάτι που οι περισσότεροι το μαθαίνουν καλά! Γι' αυτό, άλλωστε, όπου δουν τριώνυμο, είτε πρέπει είτε όχι, το βάζουν κάτω...και α=... β=...γ=... Δ=... βρίσκουν τις ρίζες, τελικά!
Γιατί το κάνουν; Το κάνουν επειδή μπορούν να το κάνουν! Επειδή το έχουν μάθει.
Συνήθως κάνουμε ό,τι μας κάνει να νιώθουμε ασφαλείς, ό,τι γίνεται ρουτίνα, ό,τι δεν απαιτεί ιδιαίτερη προσπάθεια. Και μήπως μόνο στα Μαθηματικά λειτουργούμε κατ' αυτόν τον τρόπο; Μήπως δεν είναι στη φύση μας το να λειτουργούμε εκ του ασφαλούς, γενικά;
Αλλά αυτή η εγγενής ανάγκη για ασφάλεια ορθώνει εμπόδια στα νοητικά άλματα που απαιτούν χρόνο με το χρόνο τα Σχολικά Μαθηματικά, άλματα που δυσκολεύουν και εμάς και τα παιδιά.
Σήμερα συμπληρώνεται ένας αιώνας από τη γέννηση του πρωτοπόρου Ρίτσαρντ Σκεμπ, αυτού του ασυμβίβαστου δασκάλου, που όχι μόνο δεν δίστασε να παραδεχτεί πως η διδασκαλία του δεν ήταν αποτελεσματική, αλλά αποφάσισε να βγει από την τάξη του, να ξαναγίνει μαθητής, για να μάθει καινούρια γράμματα, γράμματα σπουδάματα, και να χαράξει ένα καινούριο διδακτικό μονοπάτι, διασυνδέοντας τη Διδακτική των Μαθηματικών με την Ψυχολογία.
Έναν αιώνα μετά όμως εμείς εδώ ακόμη παλεύουμε με... τα αψυχολόγητα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών, που επιμένουν να παραβλέπουν το γεγονός πως αυτά που διδάσκουμε και ο τρόπος που τα διδάσκουμε δεν αφορούν στον ίδιο βαθμό όλα ανεξαιρέτως τα παιδιά...
Έναν αιώνα μετά τη γέννηση του Ρίτσαρντ Σκεμπ το πρόβλημα της Μαθηματικής Εκπαίδευσης είναι ένα πρόβλημα ανοιχτό, μια συνεχής πρόκληση και γι' αυτό άλλωστε, αν και πρόβλημα, είναι πάντα γοητευτικό...
Σχηματοποίηση της "εργαλειακής" και της "εννοιολογικής" κατανόησης από την πλευρά του παιδιού και του εκπαιδευτικού. |
Μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη του Ρίτσαρντ Σκεμπ, που θίγει πολλά από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σήμερα στην τάξη, υπάρχει εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου